Athens Voice
31 Οκτωβρίου 2019
Η ιδεολογική οπισθοδρόμηση Δεξιάς και Αριστεράς αφήνει χώρο για το Κέντρο. Η συζήτηση για την ταυτότητα του είναι διαχρονική. Οι Δημοκρατικοί των ΗΠΑ επί Κλίντον μιλούσαν για «Ζωτικό Κέντρο». Οι νέοι Εργατικοί του Μπλερ το αποκαλούσαν «Ριζοσπαστικό Κέντρο». Οι σοσιαλδημοκράτες του πρώην καγκελάριου Σρέντερ το χαρακτήριζαν «Νέο Κέντρο». Ο Κώστας Σημίτης προτιμούσε τον όρο «Κοινωνικό Κέντρο».
Παρά τις φραστικές διαφοροποιήσεις, κοινή συνισταμένη όλων ήταν πως σ’ αυτό συγκλίνουν τα πιο παραγωγικά και δυναμικά στρώματα της κοινωνίας. Εξάλλου, η αναγέννηση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, πριν από πολλά χρόνια, εκεί στηρίχθηκε. Επιπλέον, η πρακτική αριθμητική σοφία, δείχνει ότι οι εκλογές κερδίζονται στο Κέντρο. Η δε κρίση των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων στην Ευρώπη το καθιστά περισσότερο από επίκαιρο. Οι δεξιόστροφες κατευθύνσεις των Χριστιανοδημοκρατών και οι αριστερόστροφες των Σοσιαλδημοκρατών αποδεικνύονται ατελέσφορες. Αντί να αυξάνουν την επιρροή τους, τη μειώνουν.
Το βέβαιο είναι πως στο νέο περιβάλλον χρειάζεται ένα διαφορετικό πολιτικό εποικοδόμημα. Οι φορμαλισμοί του παρελθόντος έχουν ξεπεραστεί. Τα ιστορικά κομματικά σχήματα αποτελούν γερασμένα απολιθώματα. Οι πολίτες απελευθερώνονται από τις δεσμεύσεις και κυρίως από τις κομματικές εντάξεις που μέχρι πρότινος θεωρούσαν αξεπέραστες. Το τι είναι πρόοδος και συντήρηση, προοδευτικό ή συντηρητικό, δεν υπαγορεύεται από τα παραδοσιακά στερεότυπα. Τα τείχη στην πολιτική είναι σήμερα διάφανα. Ο οριζόντιος άξονάς της κυριαρχεί. Οι κάθετοι διαχωρισμοί καθίστανται, παρωχημένοι. Ουσιαστικά, οι πλειοψηφίες διαμορφώνονται στη βάση συγκεκριμένης θεματικής ατζέντας και όχι ιδεολογικών προσανατολισμών. Μάλιστα, έχουν διάφορες κομματικές καταβολές, αλλά κοινές προσλαμβάνουσες παραστάσεις. Πρωτίστως, εδράζονται σε λογικές πραγματισμού. Συνεκτική τους ουσία είναι ότι από τα μικρά ξεκινούν οι αλλαγές στα μεγάλα.
Το Κέντρο υφίσταται ως πολιτικό υποκείμενο στον βαθμό που βρίσκεται σε αρμονία με νέες προσεγγίσεις, αναζητήσεις και συνθέσεις. Δεν προκύπτει από την «κεντροποίηση» της Αριστεράς ή της Δεξιάς, όπως απαίδευτα ισχυρίζονται κάποιοι. Αντιθέτως, αποκτά υπόσταση όταν καταλύει ιδεολογικές διαιρέσεις και κάθετες διαχωριστικές γραμμές. Συναρτάται με την πολιτική εκπροσώπηση εκείνων των δυνάμεων που το συναποτελούν και διαμορφώνουν ισχυρά ρεύματα και πλειοψηφίες. Διαφορετικά, καταλήγει μόρφωμα καιροσκόπων και οπορτουνιστών που λειτουργούν ως μπαλαντέρ. Και πολύ περισσότερο παραπέμπει στους λεγόμενους «κεντριστές» που πρεσβεύουν τον μέσο όρο, αναπαράγοντας την αδράνεια και τη στασιμότητα.
Το εγχείρημα, για παράδειγμα, του Εμανουέλ Μακρόν συνιστά ενδιαφέρουσα περίπτωση. Ξεφεύγει από τα δεξιόστροφα και αριστερόστροφα στερεότυπα. Επιχειρείται μια διασταύρωση ιδεών και προτάσεων, αποδεσμευμένων από κομματικές σημάνσεις. Εξίσου ενδιαφέρον έχουν και οι Φιλελεύθεροι της Τζο Σουίνσον στη Μεγάλη Βρετανία, οι οποίοι αναδεικνύονται ως κατ’ εξοχήν ευρωπαϊστές. Την ίδια στιγμή Συντηρητικοί και Εργατικοί διατελούν σε σύγχυση και παροξυσμό, οδηγώντας τη χώρα τους στον αυτοχειριασμό.
Στην εγχώρια σκηνή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κατορθώσει κάτι σημαντικό: Έστρεψε την πολιτική ζωή στο Κέντρο. Δεν το κατέστησε μόνο προνομιακό του χώρο, κερδίζοντας τις εκλογές. Αξιοσημείωτο είναι ότι παρέσυρε τους αντιπάλους του σε ένα πεδίο κάθε άλλο παρά πρόσφορο για εκείνους. Εξ ου η επιχείρηση «σοσιαλδημοκρατικοποίησης» του ΣΥΡΙΖΑ από τον Αλέξη Τσίπρα δεν φαίνεται -προς το παρόν τουλάχιστον- να έχει αντίκρισμα. Ο πολιτικός πρωτογονισμός του κόμματός του παραμένει το μεγαλύτερο εμπόδιό του. Από την άλλη, το ΚΙΝΑΛ μετατράπηκε σε εντελώς απολίτικο, μαρμαρωμένο προσωπικό σχήμα της Φώφης Γεννηματά. Φαντασιώνεται κάποιον αριστερό εαυτό που βρίσκεται σε απόλυτη διάσταση με την ελληνική πραγματικότητα, αλλά και με το ίδιο το εκλογικό του σώμα. Αποκαλυπτικό είναι πως περίπου τα 2/3 των ψηφοφόρων του, αξιολογεί θετικά το τρίμηνο Μητσοτάκη.
Η μάχη του Κέντρου είναι αναμφίβολα απαιτητική. Δεν συνδέεται με τα ιδεολογικο-πολιτικά υποδείγματα του παρελθόντος. Πολύ περισσότερο, με οικονομικές αγκυλώσεις, εθνικιστικές εμμονές και πολιτικούς φανατισμούς. Το στοίχημα του Κυριάκου Μητσοτάκη συνίσταται στο να συνδυάσει την αναγκαιότητα της οικονομικής ανάπτυξης με την κοινωνική δικαιοσύνη, προσδίδοντας στην κεντρώα του ταυτότητα ξεχωριστή υπόσταση. Η αξία της πολιτικής, άλλωστε, προσμετράται με την αποτελεσματικότητά της.