Εφημερίδα Ελευθεροτυπία
30 Απριλίου 1999
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις σχετικά με τη στάση του ελληνικού λαού απέναντι στα συμβαίνοντα στη Νέα Γιουγκοσλαβία, επιβεβαίωσαν με τον πιο ξεκάθαρο και κατηγορηματικό τρόπο αυτό που όλοι μας γνωρίζουμε και νοιώθουμε.
Το 96,2% περίπου του ελληνικού λαού τάσσεται εναντίον των Νατοϊκών βομβαρδισμών. Την ίδια στιγμή το ποσοστό των πολιτών που συμφωνεί με τους κυβερνητικούς χειρισμούς αγγίζει το 51,4%.
Τώρα, σύμφωνα με “σύμπασα” την αντιπολίτευση η κυβέρνηση όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να εμποδίσει τη νατοϊκή επίθεση, αλλά το αντίθετο είτε σιωπά ένοχα (Ν.Δ = ”Δεν έχει φωνή η κυβέρνηση”), είτε φοβάται (ΔΗΚΚΙ = “Φοβισμένοι λογιστές”), είτε παρομοιάζεται με τους μισθοφόρους του UCK! (ΚΚΕ).
Αν λοιπόν έτσι έχουν τα πράγματα, όπως περίπου ισχυρίζεται η αντιπολίτευση, τότε το 51,4% του ελληνικού λαού παρουσιάζει σχιζοφρενικές τάσεις!
Γιατί, βεβαίως, πώς είναι δυνατόν από τη μια να διαφωνεί κάποιος με τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς και από την άλλη να συμφωνεί με την κυβέρνηση, η οποία, σύμφωνα με την αντιπολίτευση, είτε τους ανέχεται είτε τους προωθεί!!
Όμως, είναι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού σε κατάσταση σύγχυσης ή αντίθετα η αντιπολίτευση βρίσκεται εκτός χρόνου και κυρίως τόπου;
Κατά τη γνώμη μας, η ΄’αντίφαση” ανάμεσα στη στάση που κρατά ο ελληνικός λαός έναντι των βομβαρδισμών και την κρίση του για τους χειρισμούς της κυβέρνησης ερμηνεύεται πολύ εύκολα γι’ αυτόν που δεν έχει χάσει την κοινή λογική.
Ουσιαστικά πρόκειται για τη διαφορά ανάμεσα στο επιθυμητό και το εφικτό.
Το πρώτο (συναίσθημα), εκφράζει το τι θα ήθελε ο ελληνικός λαός να συμβαίνει. Εκφράζει τη συμπάθειά του στον πιο αδύναμο και παράλληλα τη διαφωνία του σε μια ορισμένη μέθοδο που κινδυνεύει μαζί με τα “απόνερα” (Μιλόσεβιτς – εθνοκάθαρση – καταπίεση) να πετάξει και το μωρό (Κοσοβάρους πρόσφυγες – σέρβικο λαό – βαλκανική σταθερότητα).
Το δεύτερο (η κρίση), έχει να κάνει με την ωριμότητα ενός λαού που αντιλαμβάνεται ότι η πραγματικότητα είναι πραγματικότητα και ότι δεν είναι λύση ο …εξορκισμός της (με…θυμιατά).
Η θετική κρίση για τους κυβερνητικούς χειρισμούς εκφράζει ανάγλυφα αυτό που φαίνεται να απουσιάζει από την αντιπολίτευση και που σε απλά ελληνικά ονομάζεται: Πολιτικοποίηση. Με άλλα λόγια πολιτικό κριτήριο.
Σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες, ο ελληνικός λαός δείχνει μια σπάνια ωριμότητα: Δεν υποκλίνεται στον μίζερο ρεαλισμό, αλλά και δεν παρασύρεται σ’ έναν αδιέξοδο συναισθηματισμό. Καταδικάζει τις επιθέσεις, αλλά επικροτεί την ψύχραιμη και υπεύθυνη στάση μας.
Βεβαίως η αντίφαση ανάμεσα στο “δέον” και το “επιθυμητό” παραμένει. Πρόκειται για μια αντίφαση όχι του ελληνικού λαού, αλλά της ίδιας της πραγματικότητας.
Κατά τη γνώμη μας η υπέρβαση αυτής της αντίφασης είναι υπόθεση της λογικής και της πολιτικής.
Η πολιτική αργά ή γρήγορα πρέπει να βρει το μίτο της επανασύνδεσής της με το “επιθυμητό’.
Με νηφαλιότητα, “γερό στομάχι”, επιμονή και υπομονή.
Στον παραλογισμό του πολέμου δεν μπορούμε να αντιπαρατεθούμε με τον παραλογισμό μη εκκοσμικευμένων φενακισμών.
Δυστυχώς σ’ αυτό το δρόμο η κυβέρνηση πρέπει να στηριχθεί μόνο στις κοινωνικές δυνάμεις. Η αντιπολίτευση ακόμα μια φορά έχασε το τρένο της …πολιτικής.