Μιχάλης Τσιντσίνης
Η Καθημερινή, 06/09/2019
Τα νεύρα είναι αναμενόμενα. Η Γεννηματά αισθάνεται ότι προσπαθούν να την αμφισβητήσουν, χωρίς να αναλαμβάνουν το κόστος της αμφισβήτησης. Αντί να ασκούν κριτική στην ηγεσία της, ζητούν τάχα παλινόρθωση των συμβόλων και εκλογή προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Για να υπερασπιστεί το αρχηγικό της κεφάλαιο, η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ και οι φίλοι της επικαλούνται ως επίτευγμά της ότι πήρε το ΠΑΣΟΚ στο 4% και το πήγε πάνω από 8%.
Αξίζει κανείς να θυμηθεί υπό ποιες συνθήκες είχε έρθει αυτό το 4,68% στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Είκοσι δύο ημέρες πριν από εκείνη την αναμέτρηση, ο τελευταίος πρωθυπουργός του ΠΑΣΟΚ είχε διασπάσει το κόμμα, ιδρύοντας το ΚΙΔΗΣΟ (2,47%). Στις ίδιες κάλπες είχε κατέβει για πρώτη φορά ένα όμορο, ανερχόμενο κόμμα – το Ποτάμι, που απέσπασε 6,05%. Και ο μεγάλος «καταπατητής» του πασοκικού χώρου, ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν στην καλύτερή του στιγμή – νικητής με 36,34%. Αντιθέτως, το 8,1% της 7ης Ιουλίου ήρθε με αφομοιωμένο το ΚΙΔΗΣΟ στο ΚΙΝΑΛ· χωρίς Ποτάμι· και με τον ΣΥΡΙΖΑ σε σπιράλ απονομιμοποίησης – μετά 4,5 χρόνια στην εξουσία και μια συντριπτική ήττα στις ευρωεκλογές.
Το να συγκρίνεις την επίδοση του ΠΑΣΟΚ το 2015 με την επίδοσή του το 2019 είναι σαν να μπερδεύεις, ας πούμε, τη φωνή του Καμίνη με τη φωνή του Κεγκέρογλου.Μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στη Γεννηματά ότι το 2017 ρίσκαρε την ηγεσία της προκειμένου να υπερβεί τα όρια του μικρού ΠΑΣΟΚ και να κλονίσει έτσι την κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ. Το εγχείρημα, όμως, απέτυχε. Ακόμη κι αν θεωρήσει κανείς ότι η ίδια δεν φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή την αποτυχία, ο «στρατηγικός στόχος» της ανάκτησης της Κεντροαριστεράς απέτυχε. Ο ένας δρόμος είναι να σχεδιάσει το ΚΙΝΑΛ το μέλλον του αναγνωρίζοντας αυτή την πραγματικότητα. Ο άλλος είναι να αυτοθαυμάζεται επειδή αυγάτισε το κενό.