Νίκος Κωνσταντάρας
Η Καθημερινή, 11/05/2019
Σημαντικός παράγοντας στην ανάδειξη πολλών πολιτικών ανδρών των ημερών μας, αυτών που παλαιότερα η συμπεριφορά τους θα τους απέκλειε από δημόσια αξιώματα, είναι ότι αυτοί δεν κρίνονται με τα ίδια κριτήρια που ισχύουν για τους πολιτικούς τους αντιπάλους, για την κοινωνία γενικώς. Ασφαλώς, για να μπορούν να επικρατήσουν άτομα που διακρίνονται για την αντικοινωνική τους συμπεριφορά –κυρίως για το θράσος τους– η κοινωνία θα βρίσκεται σε στάδιο έντονης αμφισβήτησης των κανόνων της. Γιατί, όμως, κάποιοι άνθρωποι ωφελούνται απ’ αυτή τη συγκυρία και καταφέρνουν να επιβληθούν στους αντιπάλους, να κερδίσουν την αφοσίωση μεγάλου αριθμού πολιτών και να αποφύγουν τον έλεγχο που υποτίθεται ότι ασκείται από τους κρατικούς θεσμούς και τα μέσα ενημέρωσης; Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι το πιο κραυγαλέο παράδειγμα ανθρώπου που υπερισχύει των αντιπάλων του όχι λόγω των αρετών του, αλλά λόγω της γοητείας που η φαυλότητά του ασκεί σε ψηφοφόρους. Στην εποχή μας υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στον κόσμο, όπως και στην ελληνική πολιτική σκηνή.
Πάντα υπήρχαν δημαγωγοί. Και οι λαοί πάντα ήταν επιρρεπείς στις υποσχέσεις, στα ψέματα, στον διχασμό. Οι ηγεσίες, όμως, πάσχιζαν να παρουσιάσουν ένα προσωπείο ηθικής ανωτερότητας από αυτό των αντιπάλων. Οσο υποκριτική και αν ήταν η προσπάθεια, ο πολίτης έπρεπε να πιστεύει ότι συντασσόμενος με αυτούς τους ηγέτες, με αυτή την ιδεολογία, αποκτούσε και το ηθικό πλεονέκτημα εναντίον του εχθρού, είτε αυτός ήταν εσωτερικός είτε γειτονικός λαός. Σήμερα, ηγέτες όπως ο Τραμπ, ο Μπολσονάρο, ο Πούτιν, ο Ερντογάν, κ.ά., βασίζονται κυρίως στην προβολή ισχύος και στην «εξασφάλιση» αυτής της ισχύος προς όφελος των οπαδών τους, διαφέροντας μόνο στον βαθμό που οι ίδιοι προσποιούνται και για την ηθική ανωτερότητά τους (ο κ. Τραμπ ελάχιστα, ο κ. Ερντογάν τα μέγιστα).
Δεν είναι, όμως, μόνον η υπόσχεση στον οπαδό ότι με αυτόν τον ηγέτη θα είναι νικητής σε μια ολοένα πιο διχασμένη κοινωνία που έλκει οπαδούς και διχάζει ακόμη περισσότερο τον λαό. Υπάρχει και κάτι πιο πηγαίο, πιο προσωπικό, που αποτελεί σημείο «συνάντησης» του λαοπλάνου με τον οπαδό – η αποδοχή σκέψεων και συμπεριφορών που είχαν καταπιεστεί λόγω της εφαρμογής των αρχών της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο ρατσισμός, ο σεξισμός, η απληστία, το νταηλίκι, η φαυλότητα γενικώς, αντί να κρύβονται, προβάλλονται, γίνονται εμπορεύσιμο υλικό, υψώνονται σαν λάβαρα λαϊκής νομιμοποίησης, σαν όπλα στα μούτρα του εχθρού, που συμπεριλαμβάνει την «ελίτ», τις μειονότητες, τους κοινωνικά φιλελεύθερους, τους ξένους και όποιους άλλους η «ισχυρή» ομάδα θεωρεί κατώτερους και υπεύθυνους για τη δήθεν υπονόμευση των δικών της προνομίων.
Οι επιτυχημένοι λαοπλάνοι χτίζουν πάνω στο δέος και στην αφοσίωση που προκαλούν μεταξύ των οπαδών τους. Εκπροσωπώντας –φέρνοντας στην επιφάνεια– τη «σκοτεινή πλευρά» της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ελευθερώνουν τους οπαδούς από την καταπίεση που τους επέβαλλε η κοινωνία. Ετσι, οι οπαδοί «δένονται» με τον ηγέτη, ταυτίζονται μαζί του, απελευθερώνονται. Αντί να κρύβουν αυτά που έως τώρα θεωρούνταν απαράδεκτα, θέλουν εκδίκηση για την ντροπή που τους επιβλήθηκε. Με αυτόν τον ηγέτη, αισθάνονται όχι μόνο ελεύθεροι από ενοχές αλλά πιστεύουν ότι, επειδή αυτός είναι σαν κι εκείνους, μπορούν να γίνουν και εκείνοι σαν κι αυτόν.
Ετσι, πιστεύουν ότι αυτός είναι κοντά τους, ότι τους νοιάζεται, όσο πλούσιος και αν είναι αυτός, όσο φτωχοί αυτοί. Η ταύτιση γίνεται σε προσωπικό επίπεδο, όχι σε ταξικό. Γι’ αυτό τόσοι αγρότες και εργάτες που ψήφισαν Τραμπ εξεπλάγησαν όταν οι πολιτικές του τούς έβλαψαν: πίστευαν ότι αυτοί θα εξαιρούνται από τις επιπτώσεις, σαν ο ηγέτης να τους ξεχώριζε προσωπικά.
Ο λαοπλάνος ηγέτης ικανοποιεί και μία άλλη βαθιά ανάγκη των ανθρώπων – να δουν την εξουσία να εξευτελίζεται. Παλιά ο γελωτοποιός είχε την «άδεια» να λέει αλήθειες που ουδείς άλλος δικαιούτο. Σήμερα, λόγω της απουσίας ηγετών με το κύρος και την ισχυρή λαϊκή αποδοχή που θα απέκλειε την άνοδο δημαγωγών, ο γελωτοποιός μπορεί να γίνει βασιλιάς. Ετσι, ο ίδιος δεν κρίνεται με τα ίδια κριτήρια που ίσχυαν για τους προκατόχους του, που ισχύουν για την υπόλοιπη κοινωνία: ο ρόλος του είναι να προκαλεί. Κάθε ανεύθυνη ή ανήθικη πράξη, κάθε νέο ψέμα, κάθε νέα αποκάλυψη για τη φαυλότητά του ενισχύει το αφήγημα ότι μόνο αυτός μάχεται την ελίτ και τις αντιλαϊκές δυνάμεις, και γι’ αυτό οι επιθέσεις εναντίον του οφείλονται σε συνωμοσίες των εχθρών.
Το δηλητήριο που χύνεται στην πολιτική καθορίζει και τη μετέπειτα πορεία της κοινωνίας. Η αδιαφορία του ηγέτη να γεφυρώσει χάσματα, η επένδυσή του στο ψέμα και στον διχασμό, οδηγούν σε υπερβολική αντίδραση και των αντιπάλων. Με αυτό τον τρόπο χαρίζουν τη νομιμοποίηση στον γελωτοποιό-βασιλιά: τώρα αυτός δεν είναι πια ο εισβολέας, ο τυχαίος, ο περαστικός, η ντροπή του έθνους. Τώρα μπορεί να γίνει ο πρώτος μιας σειράς φαύλων ηγετών, που όποια ιδεολογία και αν δηλώνουν, αντλούν δύναμη από τον διχασμό και επιβάλλονται με την κατάχρηση της εξουσίας. Εάν δεν είναι ήδη αργά, μόνον η αφοσίωση στην ενότητα και στη συναίνεση από τους πολιτικούς αντιπάλους και η αυστηρή επιβολή των νόμων –ό,τι δεν γίνεται τώρα– μπορούν να αποτρέψουν την κατάρρευση.