Σήφης Πολυμίλης
Το Βήμα, 26/05/2018
Είμαστε η μόνη ίσως ευρωπαϊκή χώρα, όπου όχι μόνο δεν απορρίπτουμε τη βία ως μέσο πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης, αλλά τη θεωρούμε περίπου ως αναμενόμενη συμπεριφορά. Κάμποσες δεκαετίες μετά τον εμφύλιο και τη χούντα κάποιοι – όχι λίγοι δυστυχώς – επιμένουν να συνδέουν τον πατριωτισμό, τον αντιφασισμό ή την αντίσταση σε ό,τι θεωρούν κατεστημένο με τις γροθιές, τα σφυριά ή και τα κουμπούρια.
Βλέπουμε στη Βουλή ακόμη συζητήσεις για Γκοτζαμάνηδες και «καρφίτσες» για ιδεολογικούς ακτιβιστές και πάει λέγοντας. Νομιμοποιήσαμε ως εκλογικό σώμα τους χρυσαυγίτες, ανεχόμαστε με περισσή ευκολία ποδοσφαιρικούς χουλιγκάνους και παρακολουθούμε με απάθεια την επέλαση της ανομίας στα πανεπιστήμια. Η επίθεση στον Μπουτάρη δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά μία ακόμη συνέπεια της γενικευμένης απάθειας και ανοχής απέναντι στα φαινόμενα της τυφλής βίας που «νομιμοποιήθηκαν» μέσα στον αχταρμά των… αντιστασιακών αγωνιστών της κρίσης.
Ο δήθεν πατριωτισμός αποδείχθηκε για μία ακόμη φορά το καταφύγιο πολλών ειδών ανεγκέφαλων που έδρασαν και δρουν όμως με τη… χορηγία πολιτικών πατρώνων. Δεν ζούμε στην εποχή του παρακράτους της Δεξιάς, όπως βολεύει τον ΣΥΡΙΖΑ να ερμηνεύει τη σημερινή πραγματικότητα, αλλά στην επικράτεια μιας οριζόντιας επέλασης του τραμπουκισμού. Δυστυχώς η έκρηξη της βίας δεν είναι μονοπώλιο της υπαρκτής πράγματι Ακροδεξιάς, αφού η επικράτηση του εθνολαϊκισμού κατάφερε να σπάσει τις διαχωριστικές γραμμές που την έθεταν στο περιθώριο.
Εντάξει, δεν βολεύει να θυμόμαστε τα θύματα της Marfin και τους αντιστασιακούς τραμπουκισμούς που κυριάρχησαν την πρώτη μνημονιακή περίοδο, αλλά τα ίχνη τους έμειναν ανεξίτηλα. Τα στερεότυπα που διαμόρφωσαν την αντιμνημονιακή κουλτούρα, με μπόλικες δόσεις εθνικιστικής υπεροχής, επανέρχονται στο προσκήνιο κάθε φορά που τους δίνει πρόσφορο έδαφος η ιστορική άγνοια και ο πολιτικός πρωτογονισμός.
Ο κ. Τσίπρας βολεύεται σήμερα πετώντας την μπάλα στην εξέδρα της Ακροδεξιάς. Αλλά ο ίδιος και το κόμμα του συνέβαλαν τα μέγιστα για να καρπίσει ο σπόρος του εθνολαϊκισμού καλλιεργώντας τον μύθο του αδάμαστου Έλληνα που δεν υποκύπτει σε εγχώριους… μειοδότες και ξένους κατακτητές. Με συνέπεια ο ριζοσπαστισμός της αγανάκτησης και του ανέξοδου πατριωτισμού να μην περιορίζεται πια μόνο σε ακροδεξιούς θύλακες αλλά να διαπερνά κοινωνικά στρώματα και ομάδες χωρίς παραδοσιακούς δεσμούς, διαποτισμένα όμως από θεωρίες συνωμοσίας και φοβικά σύνδρομα για το μέλλον τους.