Κώστας Σημίτης
Books’ Journal, τεύχος Μαΐου 2018
Γνώρισα τον Νίκο Θέμελη το 1981, όταν επισκέφθηκα ως υπουργός Γεωργίας για πρώτη φορά τις Βρυξέλλες. Ήταν η αρχή μιας σταθερής βαθιάς φιλίας. Δούλευε τότε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ζούσε στις Βρυξέλλες. Ήταν από τους πιο ενήμερους για τα θέματα της δύσκολης προσαρμογής της χώρας στις ευρωπαϊκές συνθήκες. Από το 1996, ως επικεφαλής του πρωθυπουργικού μου γραφείου, ήταν ακούραστος μαχητής για την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Γνώριζε πολλούς από τους υπεύθυνους τόσο της Επιτροπής όσο και των άλλων χωρών. Ήξερε καλά τις νοοτροπίες τους. Συζητούσε φιλικά αλλά και πειστικά μαζί τους.
Όταν εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα επισκέφτηκα για πρώτη φορά το σπίτι του. Διαπίστωσα με έκπληξη ότι ήταν πολύ καλός ζωγράφος. Οι πίνακές του είχαν μια χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα που δύσκολα περιγράφεται. Τους διέκρινε συναίσθημα, μελαγχολία, ανάμνηση μιας ιδιαίτερης στιγμής. Το 1998, πριν κυκλοφορήσει το πρώτο του βιβλίο, μου ανέφερε χαμογελώντας πονηρά ότι ασχολείται με μια δοκιμή μυθιστορήματος. Ίσως το πετύχει. Μου έδωσε αργότερα τμήματα του βιβλίου να διαβάσω. Ο ειδικός για τα θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ήταν μόνο ζωγράφος. Προ παντός ήταν ένας συναρπαστικός συγγραφέας.
Στην Αναζήτηση, το πρώτο του βιβλίο, αλλά και στα επόμενα, διοχέτευε ό,τι δεν μπορούσε να χωρέσει στην πολιτική: συναισθήματα, το πιστεύω του για ατομικές και συλλογικές ανθρώπινες προσπάθειες για την πρόοδο μέσα από το διάλογο και την κατανόηση. Όλα αυτά με φόντο την ελληνική ιστορία σε κρίσιμες περιόδους της. Αναφερόταν χωρίς προκαταλήψεις στις σχέσεις των Ελλήνων με τους Τούρκους, στο διαφωτισμό και την ελληνική διασπορά, στις εκσυγχρονιστικές δυνάμεις και τον κοσμοπολιτισμό που έκλειναν μέσα τους οι ελληνικές κοινότητες του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, στην Ελλάδα του Τρικούπη και του Βενιζέλου.
Τα βιβλία του δικαιολογημένα χαρακτηρίστηκαν μανιφέστα εκσυγχρονισμού. Είναι βιβλία οραματικά. Αγαπήθηκαν και διαβάστηκαν από χιλιάδες αναγνώστες, γιατί μετέδιδαν ζωντανά την πάλη για τις ιδέες και το νόημα της πολιτικής πράξης, τις διακυμάνσεις και τις συγκρούσεις της εθνικής ιδεολογίας, τις ταυτότητες της ελληνικής κοινωνίας.
Όλοι απόρησαν πώς μπορούσε ο Νίκος να ασχολείται εξ ίσου επιτυχημένα σε δύο τόσο διαφορετικούς τομείς, από τη μια μεριά με τη λογοτεχνία που απαιτεί ευαισθησία στο ανθρώπινο περιβάλλον, διαρκή εσωτερική αναζήτηση, συνεχή ερωτήματα και μια γενικευμένη αμφιβολία, και από την άλλη μεριά με την πολιτική που προϋποθέτει ισχυρές αντιλήψεις, επιμονή στους στόχους και τη δυνατότητα να ξεπερνάς ευαισθησίες. Ο Νίκος όμως ήταν διαφορετικός, πιο σύνθετος, μπορούσε να επικοινωνεί με πολλούς άμεσους αλλά και έμμεσους τρόπους, να διατυπώνει τους προβληματισμούς του.
Ήταν έντονα δημιουργικός.