Νίκος Κωνσταντάρας
Καθημερινή, 24/2/2018
Η ελληνική πολιτική σκηνή δεν παύει να απογοητεύει, την ίδια ώρα που οι πολίτες συνεχώς ελπίζουν σε κάτι καλύτερο απ’ όσα γνώρισαν οι ίδιοι, απ’ όσα άκουσαν από τους παλαιότερους, απ’ όσα διάβασαν σε βιβλία Ιστορίας. Η ταλαιπωρία που υπέστη ο Παναγιώτης Πικραμμένος τον τελευταίο καιρό, αναγκαζόμενος να υπερασπιστεί την τιμή του λόγω της σύντομης θητείας του ως υπηρεσιακού πρωθυπουργού το 2012, δείχνει ότι και άνθρωποι που επέλεξαν να μην αναμειχθούν στην πολιτική δεν μπορούν να είναι ήσυχοι ότι θα αποφύγουν τα δεινά ενός άρρωστου πολιτικού συστήματος. Ενώ τα περισσότερα προβλήματα της χώρας απορρέουν από τη διαχρονική πολιτική ασθένεια, το πολιτικό σύστημα όχι μόνο δεν βελτιώνεται, αλλά καταφέρνει να αναπαράγει συνεχώς τις ίδιες αδυναμίες. Αποτρέπει τη συμμετοχή ανθρώπων που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανανέωση της πολιτικής, να συμβάλουν στην ανόρθωση της χώρας. Η περίπτωση του κ. Πικραμμένου αποδεικνύει ότι και το πιο σύντομο πέρασμα από τον χώρο, μέσα σε αυστηρό θεσμικό πλαίσιο, είναι αρκετό για να πληγώσει, να ταλαιπωρήσει, να απογοητεύσει έναν άνθρωπο που ήθελε να προσφέρει.
Το γεγονός ότι οι άριστοι αποφεύγουν μια πολιτική καριέρα δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Το πρόβλημα έχει διεθνείς διαστάσεις. Εάν συγκρίνουμε τις ΗΠΑ με την Κίνα αναγκαζόμαστε να αναρωτηθούμε πώς η φιλελεύθερη δημοκρατία μπορεί να οδηγείται σε τόσο επικίνδυνες επιλογές και εάν θα μπορεί πάντα να επανέρχεται· την ίδια ώρα, το μονοκομματικό κομμουνιστικό σύστημα δεν παίρνει άμεσα ρίσκα με την ηγεσία του, αλλά κινδυνεύει από την απουσία θεσμών και διαδικασιών που θα μπορούν να διορθώσουν μια λάθος πορεία πριν να είναι αργά. Επίσης, στη Δύση οι λαμπρότεροι νέοι επιδιώκουν καριέρες μακριά από την πολιτική, ενώ σε άλλες χώρες η σταδιοδρομία στην πολιτική προσφέρει ευκαιρίες που ίσως να μην υπάρχουν αλλού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το πώς οι κοινωνίες, τα κράτη και ο πλανήτης ολόκληρος διοικούνται είναι έργο σε αέναη εξέλιξη. Κανένα σύστημα δεν μπορεί να μείνει ακλόνητο μπροστά σε νέες προκλήσεις.
Η ελληνική ιδιαιτερότητα, όμως, παραμένει σταθερή εδώ και πολλές γενεές. Ενώ ο χώρος της πολιτικής είναι απαξιωμένος στα μάτια των πολιτών, αρκετοί φιλόδοξοι νέοι (και όχι πάντα τόσο νέοι) υποκύπτουν στην γοητεία της δημόσιας ζωής. Είτε επειδή πιστεύουν ότι μπορούν να προσφέρουν κάτι στη χώρα είτε επειδή ελπίζουν να κερδίσουν την αναγνώριση που προσφέρει η ενασχόληση με τα κοινά. Ασφαλώς, κάποιοι αναζητούν πολιτική καριέρα επειδή δεν διαθέτουν τις ικανότητες να πετύχουν σε άλλα επαγγέλματα, αλλά και αυτές οι περιπτώσεις θα ήταν θετικές εάν η πολιτική ζωή διέθετε τις δομές και τους κανόνες που θα καθοδηγούσαν τη συμπεριφορά όλων με τρόπο που δεν θα επέτρεπε την ασυδοσία πολιτικών ούτε θα οδηγούσε στη σίγουρη ταλαιπωρία όσων εμπλέκονταν με την πολιτική.
Στην Ελλάδα, η πολιτική έχει παγιδευτεί σε ένα σύστημα όπου οι πολιτικοί απολαμβάνουν προνόμια αδιανόητα για την υπόλοιπη κοινωνία (με εξαίρεση κάποια συνδικάτα, τα οποία, βεβαίως, δεν απέχουν πολύ από την άσκηση πολιτικής), με συνέπεια συχνά λάθη και κακοδιαχείριση, αν όχι άμεση διαφθορά. Την ίδια ώρα, η κοινωνία πιστεύει τα χειρότερα για τους εκπροσώπους της. Πολύ σωστά παρατήρησε ο Αδωνις Γεωργιάδης, αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, στην αγόρευσή του στη Βουλή την Τετάρτη: «Καλώς γνωρίζω, δεν έχω αυταπάτη ότι η σημερινή ελληνική κοινωνία, το σύνολο περίπου των πολιτών, πιστεύει ότι οι πολιτικοί όλοι “τα παίρνουν”. Και μπορεί να μιλάμε για το τεκμήριο της αθωότητας, αλλά στην πραγματικότητα όλοι γνωρίζουμε ότι για τους πολιτικούς υπάρχει μάλλον τεκμήριο ενοχής παρά τεκμήριο αθωότητας στην ελληνική κοινωνία». Εδώ βρίσκεται ένα από τα τόσα διαστρεβλωτικά και επιζήμια «κοινωνικά συμβόλαια» της χώρας μας: οι πολιτικοί απολαμβάνουν ιδιαίτερη προστασία και προνόμια ενώ οι πολίτες δικαιούνται και να έχουν απαιτήσεις απ’ αυτούς και να τους θεωρούν διεφθαρμένους. Είτε αυτό είναι προϊόν της παράδοσης της πατρωνίας είτε απόρροια της άμεσης σχέσης των πολιτών με τους εκπροσώπους τους, το αποτέλεσμα είναι ότι το επάγγελμα του πολιτικού απαιτεί γερό στομάχι και παχύ δέρμα. Το πρόβλημα μεταδίδεται σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής. Ελάχιστοι είναι οι δήμαρχοι, οι πρόεδροι δημόσιων επιχειρήσεων, οι κρατικοί λειτουργοί που να μη σύρονται στα δικαστήρια για χρόνια μετά τη λήξη της θητείας τους, είτε ήταν επιτυχημένοι και αψεγάδιαστοι είτε όχι.
Εκτός από το πάθος, την κρίση και την υπευθυνότητα που (σύμφωνα με τον Μαξ Βέμπερ) πρέπει να διαθέτει ο πολιτικός, στη χώρα μας απαιτείται και η αντοχή στη συνεχή συκοφάντηση. Και όποιος διαθέτει τέτοιες αντοχές είναι ασφαλώς ικανός να δώσει όσες μαχαιριές θα λάβει. Το αίμα στην αρένα απομακρύνει τους ιδεαλιστές, ή μεταλλάσσει και αυτούς που εξελέγησαν με άλλα ιδανικά ώστε να βασίζονται και αυτοί στην επιθετικότητα και τη διχόνοια, που είναι οι βάσεις της πολιτικής μας. Γνωρίζουμε ότι λίγοι είναι οι «κύριοι» και «κυρίες» που δεν καταβροχθίζονται από το σύστημα. Γι’ αυτό ένας Καμμένος και ένας Πολάκης εμφανίζονται τιμητές στη Βουλή, ενώ οι Πικραμμένοι και Παπαδήμοι παραδίδονται στις ύαινες. Η μόνη δικαίωση των τελευταίων είναι η εκτίμηση των πολλών πολιτών που δεν μιλούν αλλά βλέπουν, που δεν γνωρίζουν εάν θα δουν ποτέ πιο άξιους να κυβερνούν. Που ελπίζουν ότι μια μέρα η πολιτική δεν θα αναπαράγει απλώς την ανικανότητά της αλλά θα αναζητεί λύσεις για μια χώρα χρεωμένη, κουρασμένη, διχασμένη.