Κυπριακή εφημερίδα Πολίτης
29 Ιανουαρίου 2018
Η επόμενη ημέρα των κυπριακών εκλογών θα θέσει το αμείλικτο ερώτημα: Θέλουν ή όχι την επανένωση του νησιού Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι; Μέχρι σήμερα δεν δόθηκαν πειστικές απαντήσεις. Εξ ου και οι όποιες προσπάθειες έχουν καταβληθεί οδηγήθηκαν σε ναυάγιο. Η μετακύληση ευθυνών συνιστά την καλύτερη μέθοδο για να παραπέμψουν αμφότεροι την επίλυση του Κυπριακού στις καλένδες. Το σίριαλ αυτό αναπόφευκτα θα επικυρώσει τον ακρωτηριασμό του νησιού. Άλλωστε, γίνονται εμφανή τα σημάδια της κόπωσης και της κούρασης, τόσο στο επίπεδο των πολιτών, όσο και σε εκείνο του διεθνούς παράγοντα. Ο κίνδυνος να εμπεδωθεί η διαίρεση καθίσταται πλέον ορατός.
Η μεταστροφή της τουρκοκυπριακής κοινότητας, όπως κατέγραψε η πρόσφατη κάλπη των βουλευτικών εκλογών είναι πρόδηλη. Στους Ελληνοκυπρίους κερδίζουν έδαφος οι απορριπτικές ιδέες. Εύκολα το διαπιστώνουμε, αποκρυπτογραφώντας τις θεατές και τις αθέατες πλευρές των ψηφοφόρων. Στην πραγματικότητα υπάρχει μια οριζόντια διασύνδεση των δυνάμεων που φλερτάρουν με την αποδοχή των τετελεσμένων. Η άρνηση για συνύπαρξη δεν περιορίζεται μόνο στον εθνικιστικό χώρο. Βρίσκει απήχηση και σε άλλα κομματικά σχήματα. Χαρακτηριστικές είναι οι αμφιταλαντεύσεις και οι αμφιθυμίες τμήμα των εκλογέων του ΔΗΣΥ. Έτσι, εξάλλου, ερμηνεύονται και οι παλινδρομήσεις της ηγεσίας του. Ο φόβος πως μια ενδεχόμενη συμφωνία κορυφής δεν θα ήταν αποδεκτή από τη βάση φαίνεται να έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο άδοξο τέλος του Κραν Μοντανά.
Τα πολλά χρόνια περιδίνησης δεν επιτείνουν μόνα τα αδιέξοδα. Το χειρότερο, καλλιεργούν στην κοινή γνώμη την άποψη ότι η καλύτερη λύση είναι η μη λύση. Στη δημιουργία αυτού του κλίματος συμβάλει και το γεγονός ότι το Κυπριακό σταδιακά περνάει σε δεύτερο πλάνο. Σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ήταν εσκεμμένη η προσπάθεια κάποιων να το υποβαθμίσουν. Είτε γιατί δεν θέλουν να διατυπώσουν καθαρές θέσεις ως προς το ζήτημα αυτό. Είτε διότι προτάσσουν την οικονομία, εκτιμώντας ότι αυτή συνιστά συγκριτικό πλεονέκτημα στην πολιτική αντιπαράθεση.
Η φορά των πραγμάτων μοιάζει σχεδόν προδιαγεγραμμένη. Οι συσχετισμοί που θα προκύψουν μετά την κάλπη εικάζεται ότι θα εδράζονται στις δυνάμεις εκείνες που διαχρονικά υποστηρίζουν τη δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία. Ως εκ τούτου, θα βρεθούν αντιμέτωπες ίσως με την τελευταία ευκαιρία, την τελευταία πρόκληση να ωθήσουν τις εξελίξεις στην επιδίωξη της επίλυσης. Ο ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ θα έχουν τις υποκειμενικές και αντικειμενικές δυνατότητες να αξιοποιήσουν την εκφρασμένη βούληση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ να αναλάβει μια νέα πρωτοβουλία. Το πλαίσιο Γκουτέρες συνιστά επαρκή προϋπόθεση για την επανεκκίνηση του Κυπριακού.
Μια εμπροσθοβαρής στρατηγική υπερβαίνει κατά πολύ τις κοντόφθαλμες σκοπιμότητες. Ακόμη μάλιστα και την υστεροφημία του Νίκου Αναστασιάδη και του Άντρου Κυπριανού. Αρκεί βέβαια να απεξαρτηθούν από εθνοκεντρισμούς και ιδεοληψίες. Το κυριότερο, να αναζητήσουν μια λύση που δεν θα στηρίζεται σε διανεμητικές λογικές: «Τι δώσαμε; Τι πήραμε;» Η πρακτική αυτή δοκιμάστηκε και κρίθηκε. Απεδείχθη ατελέσφορη. Η επανένωση της Κύπρου έχει προοπτική μόνο αν συνδεθεί με την παραγωγή μιας νέας εμπνέουσας αξίας για όλους -Ελληνοκυπρίους, Τουρκοκυπρίους. Η επίλυση του Κυπριακού δεν θα αντιμετωπίσει μόνο εθνοτοπικές διαιρέσεις. Πρωτίστως θα λειτουργήσει ως εμβρυουλκός ανάπτυξης και ευημερίας και των δύο πλευρών.