Κυπριακή εφημερίδα Πολίτης
12 Νοεμβρίου 2017
Μολονότι το ναυάγιο της υποψηφιότητας του Μιχάλη Σπανού για τις προεδρικές εκλογές εξέπεμψε ισχυρά και ηχηρά πολιτικά μηνύματα, εντούτοις υποτιμήθηκαν. Οι αντίπαλοί του από όλο το κομματικό φάσμα, με την ελαφρότητα που τους διακρίνει, επέδειξαν χαιρεκακία. Αντιθέτως, εκείνοι που πραγματικά νοιάζονται για το παρόν και το μέλλον της Κύπρου, διαπίστωσαν ότι οι δυνάμεις της συντήρησης και της διατήρησης της διαίρεσης, παραμένουν ανθεκτικές. Τώρα που ο προεκλογικός πυρετός βρίσκεται στα ύψη, είναι πολλαπλώς χρήσιμη μια ουσιαστική και νηφάλια αποτίμηση.
Γιατί ένα ευρύτερο σύστημα -πολιτικό, κομματικό και μιντιακό-, έκανε ό,τι μπορούσε για να ακυρώσει την υποψηφιότητα μιας δυναμικής προσωπικότητας; Το βέβαιο είναι ότι για άλλη μια φορά οι φορείς της μετριότητας και του παρασιτισμού, αλλά και της διχοτόμησης, αποδείχθηκαν αήττητοι. Έτσι, άλλωστε, ερμηνεύεται και η διαχρονική τους κυριαρχία. Ο Γιώργος Βασιλείου ήταν η αναλαμπή, η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Εξ ου και η διαιώνιση του Κυπριακού. Η εκκρεμότητά του δεν είναι απλώς και μόνο αποτέλεσμα της τουρκικής αδιαλλαξίας. Οφείλεται και στην άρνηση της ελληνοκυπριακής πλευράς να αναζητήσει ρεαλιστικές λύσεις για την επανένωση.
Η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση δείχνει ανάγλυφα ότι το πολιτικό σύστημα της Κύπρου αδυνατεί να κλείσει τους λογαριασμούς του με το παρελθόν. Ακολουθώντας την πεπατημένη, επαναλαμβάνει τον παλιό κακό εαυτό του. Κύριο μέλημά του η αναπαραγωγή του, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο την επίλυση του Κυπριακού. Εμποτισμένο από τα σύνδρομα της φοβικότητας και της εσωστρέφειας, δεν κατάφερε να απεξαρτηθεί από τις εθνικιστικές εμμονές και τους εθνοκεντρισμούς. Το χειρότερο, αξιοποιεί τον διαμελισμό του νησιού για να διατηρεί τη γνώριμη ρητορική. Μπολιάζοντας τη με συναισθηματικά και ψυχολογικά φορτία, χρησιμοποιεί το πολιτικό πρόβλημα για εσωτερική κατανάλωση.
Ανασύροντας όλες τις προεδρικές μάχες, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι η προεκλογική ατμόσφαιρα είναι πανομοιότυπη. Οι συμμετέχοντες -πρόσωπα και κόμματα-, όχι μόνο βάλλουν εντόνως κατά της Τουρκίας, επιρρίπτοντας σε εκείνη τις ευθύνες για όλες τις ατελέσφορες προσπάθειες. Μεταμορφώνονται σε φανατικούς τουρκοφάγους. Στην πραγματικότητα, η ανοιχτή πληγή της Κύπρου τούς είναι απαραίτητη. Όσο αυτή υφίσταται αποκτούν υπόσταση. Η αξία τους δεν εδράζεται στη διευθέτηση, αλλά στη διαιώνισή της.
Οι προσεγγίσεις των σημερινών υποψηφίων στο μείζον εθνικό ζήτημα –όπως τουλάχιστον δημόσια εκφράζονται-, στην ουσία δεν είναι αποκλίνουσες. Διαφέρουν μονάχα στο ύφος και στην εκφορά του λόγου. Δεν θεμελιώνονται στη φιλοσοφία της δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας, αλλά πρωτίστως στις εθνοτοπικές διαφορές. Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: Ολοι τους χτίζουν το πολιτικό τους κεφάλαιο και επιδιώκουν τη διεύρυνσή του, επενδύοντας στα συμπαρομαρτούντα του Κυπριακού.
Αποκρυπτογραφώντας την εκλογική στρατηγική τους, διαπιστώνουμε ότι ο μεν Νίκος Αναστασιάδης από «πρόεδρος της λύσης» επιχειρεί να ανατοποθετηθεί στη σκακιέρα ως εκφραστής μιας δυναμικής και αδιάλλακτης Κύπρου. Ο δε Σταύρος Μαλλάς αν και φέρει την καθαρή σήμανση του ΑΚΕΛ για το πολιτικό πρόβλημα, εντούτοις εμφανίζει διφυΐα. Αποτέλεσμα, η υποψηφιότητά του να εγγράφεται ως ασθενική. Τέλος, ο υιός Παπαδόπουλος ενσαρκώνει με τον πιο αυθεντικό τρόπο την απόρριψη της συνύπαρξης των δύο κοινοτήτων, προτιμώντας τον ακρωτηριασμό του νησιού.
Έτσι τον Φεβρουάριο, οι εκλογείς που επιζητούν την επίλυση δεν έχουν επιλογή. Το σημαντικότερο είναι ότι η προοπτική της επανένωσης της Κύπρου λάμπει διά της απουσίας της.