Εφημερίδα Η Αξία
7 Ιανουαρίου 2012
Το εγχείρημα Παπαδήμου στην πραγματικότητα βρίσκεται στον αέρα. Κι αυτό γιατί στηρίζεται σε φορείς λαϊκισμού, ενώ η πολιτική του ατζέντα είναι αμιγώς μεταρρυθμιστική.
Η αντίφαση αυτή είναι κυρίαρχη και διαπερνά το σύνολο των καίριων ζητημάτων, τα οποία συνδέονται με τη δημοσιονομική προσαρμογή, τις διαρθρωτικές αλλαγές και τον εκσυγχρονισμό του κράτους.
Παρ’ όλο που οι τρεις εταίροι έχουν επίγνωση των πολιτικών και των αλλαγών που πρέπει να υλοποιηθούν, προκειμένου να αποφύγει η χώρα την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία, εσκεμμένα προσπαθούν να οριοθετήσουν την κυβέρνηση Παπαδήμου στη σύναψη της νέας δανειακής σύμβασης και στο PSI. Εντέχνως αποδεσμεύουν τα δύο καίρια αυτά ζητήματα από το σύνολο των υποχρεώσεων που απορρέουν τόσο από το Μνημόνιο Ι, όσο και από Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα.
Περιορίζοντας το εγχείρημα του Λουκά Παπαδήμου στη διεκπεραίωση των επειγουσών εκκρεμοτήτων, στην ουσία επιζητούν τη μετάθεση σε βάθος χρόνου και εν τέλει την ακύρωση όλων των μεταρρυθμιστικών και διαρθρωτικών αλλαγών που συνιστούν ζωτική ανάγκη για τη χώρα.
Δέσμια του λαϊκισμού τους, τα τρία κόμματα δεν θέλουν να προχωρήσουν σε ανατοποθέτηση της στρατηγικής τους. Μια ανατοποθέτηση αναγκαία και απαραίτητη για τη σωτηρία της Ελλάδας.
Το ΠΑΣΟΚ πελαγοδρομώντας στις ασάφειες, στις ενδογενείς αντιφάσεις και στις ανούσιες καινοτομίες, έχει μετεξελιχθεί σε ένα κράμα λαϊκισμού, αναχρονισμού και ψευδεπίγραφης αριστεροφροσύνης. Στην ουσία διέρρηξε τη σχέση του με τη μεταρρυθμιστική πολιτική ατζέντα και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και περισσότερο θυμίζει το ΠΑΣΟΚ των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ως κυβέρνηση, δύο χρόνια τώρα, δεν προχώρησε σε καμία διαρθρωτική αλλαγή.
Η Νέα Δημοκρατία, θέλοντας να απεξαρτηθεί από το πρόσφατο κυβερνητικό της παρελθόν, υιοθέτησε μια σκληρή αντιμνημονιακή στρατηγική, με κυρίαρχα στοιχεία τον άκρατο λαϊκισμό, τη φοβικότητα, την εσωστρέφεια και την κακώς εννοούμενη εθνική υπερηφάνεια.
Όσον αφορά το ΛΑΟΣ, είναι εμφανές ότι ένα κόμμα με τόσο ακραίες εθνικιστικές και λαϊκίστικες απόψεις δεν μπορεί να υπηρετήσει τους στόχους της κυβέρνησης Παπαδήμου.
Το εγχείρημα λοιπόν του Λουκά Παπαδήμου δεν βρίσκεται αντιμέτωπο μόνο με τα μείζονα προβλήματα, αλλά κυρίως με τους εταίρους που υποτίθεται ότι το στηρίζουν. Τα κόμματα αυτά, φορείς λαϊκισμού και αναχρονισμού, λειτουργούν ως τροχοπέδη στην προώθηση του μεταρρυθμιστικού σχεδίου για την οικονομία, το κράτος, τους θεσμούς.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε, ότι σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, με μικρές φωτεινές παρενθέσεις, κυριαρχεί η πολιτική υποκουλτούρα του λαϊκισμού. Διαπερνώντας όλο το σύστημα -τα κόμματα, την πολιτική ελίτ, τους συνδικαλιστικούς φορείς, τις συντεχνίες κ.λπ.-, καθίσταται ανασχετικός παράγοντας για τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Τα πολιτικά κόμματα αντί να καθοδηγούν, να καθορίζουν και να επηρεάζουν τις κοινωνικές διεργασίες, προωθώντας τις απαραίτητες αλλαγές, τις αυτονόητες μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση του κράτους, στην οικονομία, στη διοίκηση, στους θεσμούς, παγιδεύονται στα μικροσυμφέροντα, στις επιδιώξεις διάφορων συντεχνιακών και επαγγελματικών ομάδων και κατηγοριών. Αντί να νοιάζονται για την προώθηση των συλλογικών προσδοκιών, λαϊκίζουν, διαιωνίζοντας ένα στρεβλό, ανεπαρκές και αναποτελεσματικό μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο μας οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα. Συνιστά, λοιπόν, παραδοξολογία ένα εμποτισμένο με το λαϊκισμό πολιτικό σύστημα να καλείται να προωθήσει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα του Πρωθυπουργού.
Είναι περισσότερο από εμφανές ότι οι προτεραιότητες της κυβέρνησης Παπαδήμου αντιτίθενται στις προτεραιότητες των κομμάτων που τη στηρίζουν, τα οποία στην πραγματικότητα δεν θέλουν καμία δημοσιονομική εξυγίανση, καμιά αλλαγή στο κράτος και στη διοίκηση. Στην ουσία δεν επιθυμούν την κατάργηση ή τη συγχώνευση οργανισμών, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Δεν ενδιαφέρονται για την εναρμόνιση της χώρας μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι κομματικές ηγεσίες στην πράξη βρίσκονται αλλού. Μέλημά τους, επιδίωξή τους είναι η διαχείριση του υπάρχοντος συστήματος και η εμπέδωση της κυριαρχίας τους είτε στο κόμμα τους είτε στην κυβέρνηση.
Ωστόσο, η προσαρμογή της χώρας στα νέα δεδομένα, στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις προϋποθέτει την επικράτηση των μεταρρυθμιστικών δυνάμεων. Τις διαρθρωτικές αλλαγές δεν μπορούν να τις υλοποιήσουν δυνάμεις που τις αντιστρατεύονται, οι οποίες αγωνιούν περισσότερο για τη διατήρηση του υπάρχοντος κομματικού πελατειακού συστήματος, παρά για την πιθανή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
Ως εκ τούτου, τα κόμματα σήμερα οφείλουν να ανατοποθετήσουν τη στρατηγική τους, έχοντας στο μυαλό τους το πραγματικό διακύβευμα, που δεν είναι άλλο από την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη. Οφείλουν να αφήσουν κατά μέρος τα μικροκομματικά τους συμφέροντα, να αποκηρύξουν τον λαϊκισμό, και να δώσουν πνοή στο μεταρρυθμιστικό εγχείρημα του Λουκά Παπαδήμου, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση και υλοποίηση μιας εμπροσθοβαρούς στρατηγικής για τη χώρα και την οικονομία.