Εφημερίδα Η Αξία
4 Φεβρουαρίου 2012
Ενώ η χώρα βρίσκεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά μπροστά στον κίνδυνο της άτακτης χρεοκοπίας, το κομματικό σύστημα στο σύνολό του εξακολουθεί να λειτουργεί με τους όρους του μεταπολιτευτικού υποδείγματος: επίπλαστη ευημερία, αντιπαραγωγικό οικονομικό μοντέλο, εθνοκεντρισμός, λαϊκισμός, κομματοκρατία, υποταγή στις συντεχνίες. Στην πραγματικότητα οι πολιτικές δυνάμεις βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου, είτε γιατί δεν θέλουν να συμφιλιωθούν με τα νέα δεδομένα είτε γιατί προτάσσουν το στενό κομματικό τους συμφέρον.
Η Αριστερά, επιζητώντας διαχρονικά την ανατροπή του καπιταλισμού, θεωρεί πως αυτή θα επιτευχθεί αν η κοινωνία οδηγηθεί στην εξαθλίωση και την οικονομική αποσύνθεση. Λειτουργώντας με τη συγκεκριμένη πολιτική φαντασίωση, παραμένει σταθερά δύναμη διαμαρτυρίας, χωρίς να προτείνει κάτι καινούριο για τις δυσμενείς συνέπειες που έχει στους πολίτες η πρωτοφανής κρίση του καπιταλιστικού συστήματος.
Ωστόσο καίρια ερωτήματα εγείρονται και για τη στρατηγική των λεγόμενων αστικών κομμάτων και πιο συγκεκριμένα για την πολιτική των εταίρων που στηρίζουν την κυβέρνηση Παπαδήμου, ειδικά σήμερα που η χώρα βρίσκεται μπροστά σε τραγικά αδιέξοδα.
Μολονότι οι πολιτικές ηγεσίες τους γνωρίζουν πλέον το μέγεθος και την έκταση της κρίσης, αντιλαμβάνονται ότι η χώρα είναι στο σημείο μηδέν, ξέρουν ότι οι τακτικισμοί και οι ελιγμοί επιτείνουν τα αδιέξοδα, εν τούτοις στην πράξη βρίσκονται σε διαφορετικό μήκος κύματος απ’ ό,τι οι ανάγκες και τα προβλήματα επιτάσσουν.
Μάλιστα τώρα που η ευθύνη των αποφάσεων έχει μετακυληθεί στις πλάτες του Λουκά Παπαδήμου, οι αρχηγοί των κυβερνητικών εταίρων με ευκολία υιοθετούν μαξιμαλιστικούς στόχους και συναγωνίζονται ποιος θα θέσει περισσότερες κόκκινες γραμμές στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και τους εταίρους μας. Απώτερος στόχος τους, να είναι αρεστοί και να μην πληγεί η κομματική τους ισχύ, αδιαφορώντας για το αν οι προτάσεις τους είναι ρεαλιστικές και εφικτές.
Γεγονός πάντως είναι ότι οι πολιτικές ηγεσίες υπολείπονται των αναγκών της χώρας και αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων. Είναι χαρακτηριστική η προσπάθειά τους να περιορίσουν τις αρμοδιότητες της κυβέρνησης Παπαδήμου στο PSI, αποσιωπώντας εντέχνως τις άλλες υποχρεώσεις και τις εκκρεμότητες που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα. Παρά τις διακηρύξεις τους, μοναδική επιδίωξη των συμμετεχόντων στην κυβέρνηση είναι η διασφάλιση των προσωπικών και κομματικών τους συμφερόντων.
Το ΠΑΣΟΚ, με πρώτο τον απερχόμενο Πρόεδρό του, έχει ως μοναδικό μέλημα τη συμμετοχή στη διαχείριση της εξουσίας και τη διατήρηση των προνομίων που αυτή του παρέχει. Επί δύο χρόνια ακολουθούσε την τακτική «βλέποντας και κάνοντας». Δεν είχε το παραμικρό σχέδιο για την πρωτοφανή οικονομική κρίση. Δεν διέθετε καμιά στρατηγική, καμιά συγκροτημένη πρόταση. Τα τρομακτικά ελλείμματα που επέδειξε ως κυβέρνηση εξακολουθούν να το χαρακτηρίζουν και ως κυβερνητικό εταίρο.
Από την άλλη, στρατηγική επιδίωξη της Νέας Δημοκρατίας είναι η κεφαλαιοποίηση των κομματικών της κερδών και η επίτευξη της περιβόητης αυτοδυναμίας. Αυτή καθορίζει τις πολιτικές που ακολούθησε και συνεχίζει να ακολουθεί. Έχοντας λειάνει την αντιμνημονιακή της ρητορική, αποποιείται την οποιαδήποτε ευθύνη, αν και συμμετέχει στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Εκμεταλλευόμενη απλώς το ναυάγιο του ΠΑΣΟΚ, χωρίς στρατηγική και χωρίς προτάσεις, ευελπιστεί να ανακτήσει την κυβερνησιμότητά της. Αξιοσημείωτη είναι η σιωπή της στα ζητήματα των αποκρατικοποίησεων, τα οποία ως φιλελεύθερη παράταξη υποτίθεται πως πιστεύει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κόμμα.
Τέλος, ο ΛΑΟΣ, θεωρώντας την αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας ανέφικτη, έχει ως βασικό στόχο να αποτελέσει τον αυριανό κυβερνητικό της εταίρο. Γνωρίζει ότι η πολιτική νομιμοποίηση που απέκτησε συμμετέχοντας στην κυβέρνηση Παπαδήμου έχει εξουδετερώσει τις ενστάσεις που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια περί άκρων.
Είναι εμφανές λοιπόν, με δεδομένες τις αποκλίνουσες στρατηγικές επιδιώξεις των κυβερνητικών εταίρων, ότι δεν υπάρχουν οι στοιχειώδεις κοινοί τόποι για μια στρατηγική σωτηρίας της χώρας. Μοναδική τους συνεκτική ουσία είναι ο λαϊκισμός και ο ανορθολογισμός. Αν και έχουν διαφορετικές αφετηρίες, στην πράξη συναντιούνται στο πεδίο των κοινών πολιτικών που χαρακτήριζε και χαρακτηρίζει το μεταπολιτευτικό υπόδειγμα. Παραβλέπουν πως το πολιτικό εποικοδόμημα και το αναπτυξιακό υπόδειγμα, των τελευταίων 40 χρόνων είναι πλέον παρωχημένα.
Ωστόσο, η χώρα σήμερα έχει ζωτική ανάγκη τόσο από ένα νέο αναπτυξιακό παραγωγικό μοντέλο, όσο και από νέες πολιτικές εκφράσεις. Τα υπάρχοντα κομματικά σχήματα, προϊόντα μιας άλλης εποχής, αποπνέουν παρελθόν, στερούνται ζωτικού χώρου, είναι φθαρμένα και αποστεωμένα. Συνιστούν πολιτικό κατεστημένο, που μοναδικό του μέλημα είναι η συντήρηση και η διαιώνισή του.
Δεν είναι τυχαία η τάση σημαντικής μερίδας πολιτών να απεξαρτηθεί από τα υπάρχοντα πολιτικά σχήματα. Όλες σχεδόν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ένας στους τρεις πολίτες δηλώνουν ότι δεν τους εκφράζουν τα σημερινά κόμματα. Το κενό λοιπόν πολιτικής έκφρασης είναι υπαρκτό και έντονο.
Το βέβαιο είναι ότι όσο οι ηγεσίες των σημερινών κομμάτων παραμένουν παγιδευμένες στις κοντόφθαλμες πολιτικές του λαϊκισμού και του ανορθολογισμού, τόσο η χώρα θα αδυνατεί να αντιμετωπίσει τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
Η απεξάρτηση από τις πολιτικές αυτές προϋποθέτει ένα νέο πολιτικό υπόδειγμα που θα εξυπηρετεί τις σημερινές ανάγκες και απαιτήσεις. Το υπόδειγμα αυτό παραμένει το μεγάλο ζητούμενο.