Εφημερίδα Η Αξία
24 Νοεμβρίου 2012
Τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών, ιδιαίτερα αυτά του Μαΐου, επιβεβαίωσαν περίτρανα ότι τα κόμματα που προέκυψαν από τη μεταπολιτευτική μήτρα διέρχονται βαθιά κρίση. Η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτό. Όλοι οι σχηματισμοί που δημιουργήθηκαν μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα.
Το γεγονός αυτό, δεν είναι πρόσκαιρο, ούτε συγκυριακό. Φαίνεται πλέον καθαρά ότι οφείλεται στην πολιτική απονομιμοποίηση των κομμάτων, ιδιαίτερα εκείνων που είχαν την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας. Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων διαμορφώνει σκηνικό ρευστότητας και ασάφειας.
Η κρίση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην πλειονότητα των πολιτών και στα υπάρχοντα κόμματα, έχει προκαλέσει σημαντικά ρήγματα στο μεταπολιτευτικό μοντέλο, το οποίο εισήλθε ήδη σε τροχιά αποσύνθεσης. Οι διεργασίες που πραγματοποιούνται σε κοινωνικό επίπεδο είναι πλέον ορατές. Η αναδιάταξη των πολιτικών δυνάμεων καθίσταται αναπόφευκτη. Οι νέες διασταυρώσεις θα διαμορφώσουν καινούργιες πολιτικές ταυτότητες. Το βέβαιο είναι ότι βρισκόμαστε σε μεταβατική περίοδο. Ωστόσο, η διάδοχη κατάσταση δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί.
Οι παλιές δυνάμεις, βιώνοντας σοβαρότατη υπαρξιακή κρίση, χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Καθώς ενσαρκώνουν ένα πολιτικό σύστημα που πνέει τα λοίσθια, βρίσκονται σε αναντιστοιχία με τις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις. Ως αποστεωμένοι κομματικοί μηχανισμοί, το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία συρρικνώνονται. Άλλωστε στη συνείδηση των πολιτών έχουν καταγραφεί ως υπεύθυνα για τη χρεοκοπία της χώρας. Η πολιτική κυριαρχία και η θελκτικότατα που διέθεταν επί πολλά χρόνια αποτελούν παρελθόν.
Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από τη Νέα Δημοκρατία ξεπήδησαν πολιτικά σχήματα που παραπέμπουν στις αρχέγονες θέσεις και απόψεις τους. Δημιουργήθηκαν θνησιγενή κόμματα και κομματίδια, με έντονα τα στοιχεία του λαϊκισμού και του εθνικισμού.
Αλλά και οι ανακατατάξεις που συντελέστηκαν στον χώρο της Αριστεράς δεν συνιστούν κάποια ιδεολογικοπολιτική τομή. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν παύει να είναι ένα πολιτικό μόρφωμα με τις ιδεοληψίες και τις αντινομίες της παραδοσιακής Αριστεράς. Το μόνο καινούργιο στοιχείο είναι ότι έχει μπολιαστεί από έναν ΠΑΣΟΚισμό πρωτόγνωρης μορφής.
Ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’80 το ΠΑΣΟΚ είχε υιοθετήσει τις διακηρύξεις και τα συνθήματα της Αριστεράς -είχε κατηγορηθεί, μάλιστα, απ’ αυτή για υποκλοπή-, σήμερα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί με συνέπεια τη γραμμή της ΠΑΣΟΚοποίησής του, φέρνοντας στην επιφάνεια μνήμες από το παρελθόν. Άλλωστε, οι δυνάμεις που κάποτε εκπροσωπούσε το βαθύ ΠΑΣΟΚ έχουν προσχωρήσει σε αυτόν.
Στην ουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά κακέκτυπο του παλιού ΠΑΣΟΚ. Ο λαϊκισμός, η δημαγωγία, ο καταγγελτικός λόγος, οι ανέξοδες υποσχέσεις είναι τα στοιχεία που συνθέτουν την πολιτική του ταυτότητα και παρουσία. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να καταστεί φορέας νέων δυνάμεων και νέων ιδεών, ούτε εκπροσωπήσει τη σύγχρονη, ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά.
Ως πολιτικό προϊόν της κρίσης και της χρεοκοπίας, εκφράζει την πολιτική συγκυρία που διανύουμε, γι’ αυτό και είναι απλώς και μόνο ένα αντιμνημονιακό κόμμα. Οι διακηρύξεις του εναντίον του μνημονίου είναι εκείνες που το διαφοροποιούν έναντι των άλλων. Συνεπώς στο νέο πολιτικό τοπίο, που αργά ή γρήγορα θα διαμορφωθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να συνιστά οργανικό στοιχείο του. Θα παραπέμπει στην περίοδο της χρεοκοπίας της χώρας και του πολιτικού της συστήματος.
Η ΔΗΜΑΡ από την άλλη, είναι ένας πολιτικός σχηματισμός με έντονες τις ασάφειες, τις αντιφάσεις και τις αριστερές ιδεοληψίες. Στερείται διακριτού και καθαρού πολιτικού στίγματος. Η ταυτότητά της δεν καθορίζεται από τις ιδεολογικοπολιτικές αναφορές της, αλλά από το μετριοπαθές προφίλ και τον ήπιο πολιτικό λόγο του αρχηγού. Η αποδέσμευση από το πολιτικό της παρελθόν δεν συνοδεύτηκε από ουσιαστική και ξεκάθαρη πολιτική οριοθέτηση. Ως πολιτικό προϊόν μιας μεταβατικής περιόδου καθίσταται ευάλωτη στις όποιες αλλαγές και διεργασίες αναπτυχθούν στο χώρο της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς. Στην πραγματικότητα, παραμένει ένα εκκρεμές μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ.
Την ίδια στιγμή, το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία δεν μπορούν πλέον να εκφράσουν τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς, αντίστοιχα. Τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα απώλεσαν την πολιτική και κοινωνική πολυσυλλεκτικότητα, την οποία διέθεταν ως κεντρικοί πυλώνες του μεταπολιτευτικού μοντέλου. Έχουν περιοριστεί σε έναν μικρό σκληρό κομματικό πυρήνα.
Οι έρευνες της κοινής γνώμης δείχνουν ότι τόσο ο πολιτικός ιστός του ΠΑΣΟΚ όσο και της Νέας Δημοκρατίας έχουν εξασθενίσει σημαντικά. Οι συντηρητικές, αναχρονιστικές και λαϊκίστικες δυνάμεις, που βρίσκονταν στους κόλπους τους, αναζήτησαν στέγη στα νέα συγκυριακά πολιτικά σχήματα. Αλλά και οι αποκαλούμενες «δυνάμεις του μεσαίου χώρου» που θεωρούνται μεταρρυθμιστικές, εκσυγχρονιστικές, στην πραγματικότητα στερούνται πολιτικής έκφρασης. Αντιμετωπίζοντας τη μεν Νέα Δημοκρατία ως ένα ξεπερασμένο δεξιό κόμμα, το δε ΠΑΣΟΚ ως χρεοκοπημένο, βρίσκονται μετέωρες.
Συνεπώς, το πολιτικό κενό που έχει δημιουργηθεί δεν μπορεί να καλυφθεί από τις υπάρχουσες κομματικές δυνάμεις, οι οποίες έχουν περιοριστεί σε σκληρούς κομματικούς μηχανισμούς αξιωματούχων και μετριοτήτων. Ο Σαμαράς με την ευρωπαϊκή στροφή και με τα κυβερνητικά του ανοίγματα, κάνει μια προσπάθεια να το καλύψει. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύουν τόσο η περίπτωση Στουρνάρα, όσο και η συζήτηση που έχει ανοίξει για μια συστράτευση όλων των προοδευτικών και μεταρρυθμιστικών δυνάμεων. Μένει να δούμε αν θα το καταφέρει.
Οι διεργασίες πάντως που συντελούνται στο πεδίο της πολιτικής θα συρρικνώσουν περαιτέρω τους εναπομείναντες κομματικούς μηχανισμούς, οι οποίοι ούτως ή άλλως είναι απαξιωμένοι από την κοινωνία.
Η ελληνική κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Διαχέεται παντού, ανατρέποντας τις παλιές σταθερές του κομματικού συστήματος. Τα μνημόνια πολτοποίησαν δεξιές και αριστερές πολιτικές, προοδευτικές και συντηρητικές. Ωστόσο οι αλλαγές που προκάλεσε η χρεοκοπία δεν έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί, δημιουργώντας πολιτική ρευστότητα.
Η απονομιμοποίηση και ο κατακερματισμός των κομμάτων, ενέχουν τις προϋποθέσεις για την αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος. Η δημιουργία νέων συνθέσεων και νέων πολιτικών εκφράσεων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Το βέβαιο ωστόσο είναι ότι ο ιστορικός κύκλος της μεταπολίτευσης κλείνει οριστικά.