Εφημερίδα Η Αξία
2 Μαΐου 2013
Οι αρρυθμίες που εμφανίζει η τρικομματική κυβέρνηση είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Δεν οφείλονται μόνο στα προβλήματα αποσυντονισμού και εσωτερικών διενέξεων, αλλά πρωτίστως στην απουσία ενός συνεκτικού και συγκεκριμένου πολιτικού σχεδίου. Είναι μια κυβέρνηση χωρίς πυξίδα, χωρίς πολιτική ατζέντα. Στην πραγματικότητα, κινείται στο ρυθμό των μνημονιακών δεσμεύσεων και υποχρεώσεων. Σε αυτές προσπαθεί να ανταποκριθεί, εστιάζοντας την προσοχή της στη δημοσιονομική εξυγίανση.
Μπορεί οι επιδόσεις της στον τομέα αυτό να είναι αξιόλογες, όμως σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν. Η ανάταξη της οικονομίας είναι σύνθετο εγχείρημα. Δεν θα επιτευχθεί με μονοδιάστατες και μονοθεματικές πολιτικές. Απαιτεί αναπτυξιακή στρατηγική και, προπαντός, μια μάχιμη πολιτική κυβέρνηση.
Έπειτα από μια διαδρομή δέκα μηνών έχει γίνει σαφές ότι το σημερινό κυβερνητικό σχήμα είναι ανεπαρκές και αναποτελεσματικό. Αποπνέει κόπωση και αμηχανία. Εμφανίζει έλλειμμα σε καίριους τομείς, αφού δεν μπορεί να τρέξει τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα και η οικονομία. Παράλληλα, καθίσταται ευάλωτο στη μικροπολιτική και σε λογικές μικροδιευθετήσεων.
Οι δομικές και εγγενείς αδυναμίες του στην ουσία υποδεικνύουν ότι έδειξε τα όριά του και έχει κλείσει τον κύκλο του. Ως εκ τούτου, ο ανασχηματισμός είναι επιβεβλημένος και αναγκαίος, αρκεί να μην περιοριστεί στην αλλαγή ή εναλλαγή προσώπων. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην ανακύκλωση των σημερινών αδιεξόδων και δυσλειτουργιών.
Αναμφίβολα το πείραμα της κυβερνητικής συνεργασίας αποδεικνύεται δύσκολο, καθώς προσκρούει στις απολιθωμένες δομές των κομμάτων. Στην ουσία υπονομεύεται από το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, το οποίο προσπαθεί να το φέρει στα μέτρα του αντιμετωπίζοντάς το ως μέσο για την αναδιανομή εξουσίας. Αυτό επιβεβαιώνουν και οι πρόσφατες ενδοκυβερνητικές αναταράξεις με αφορμή την διοίκηση του ΟΑΕΔ.
Η αλήθεια είναι ότι η συγκυβέρνηση των τριών συγκροτήθηκε χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία, αλλά και στοιχειώδη προετοιμασία. Το μείζον πρόβλημά της ήταν και είναι η έλλειψη ενός κοινά αποδεκτού και καθαρού προγραμματικού πλαισίου, μιας πολιτικής ατζέντας με προωθητική δυναμική. Όσο αυτά απουσιάζουν θα αδυνατεί να επιταχύνει το έργο της, ενώ οι εταίροι θα συνεχίσουν να επιδίδονται σε κομματικούς ανταγωνισμούς, πλειοδοτώντας ο καθένας από την πλευρά του σε επιμέρους αιτήματα, ακόμη και θεσμικές ρυθμίσεις.
Επομένως, πριν από την οποιαδήποτε επιλογή των προσώπων, τα τρία κόμματα οφείλουν να συνδιαμορφώσουν την προγραμματική και πολιτική βάση πάνω στην οποία θα στηριχθεί η συμπόρευση και η συμπαράταξή τους. Άλλωστε αυτή θα τους υποδείξει και ποια είναι τα κατάλληλα πρόσωπα για να υλοποιήσουν τις επιλογές και τις προτεραιότητές τους. Το να αναζητάς πρόσωπα, χωρίς σχέδιο, μόνο και μόνο για εσωτερική κατανάλωση, ανακύκλωση και διατήρηση κομματικών ισορροπιών δεν οδηγεί πουθενά. Αντιθέτως, επιτείνει τον φαύλο κύκλο των μέτριων έως και ανύπαρκτων κυβερνητικών επιδόσεων.
Η συγκρότηση μιας μάχιμης πολιτικής κυβέρνησης δεν μπορεί παρά να στηριχθεί στους διαθέσιμους και αποφασισμένους να υπηρετήσουν, χωρίς παλινωδίες και στρογγυλεύματα, μια δέσμη πολιτικών που θα ισοδυναμεί με μεγάλες αλλαγές στο κράτος, στη διοίκηση, την οικονομία και πρωτίστως θα υπηρετεί ένα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο για τη χώρα.
Στην πλειονότητά της η υπάρχουσα πολιτική τάξη εκπροσωπεί και ενσαρκώνει ένα χρεοκοπημένο σύστημα εξουσίας. Είναι εμποτισμένη από τον λαϊκισμό και τη μικροπολιτική. Ουδόλως ενδιαφέρεται για τη διαμόρφωση σύγχρονης στρατηγικής για τη χώρα και την κοινωνία.
Η Νέα Δημοκρατία παραμένει ένα κόμμα βαθιά συντηρητικό που προσδοκά τη γαλάζια παλινόρθωση. Το ΠΑΣΟΚ, ευρισκόμενο σε πλήρη σύγχυση, εμφανίζει συμπτώματα αυτισμού. Η ΔΗΜΑΡ, εμποτισμένη από τις ιδεοληψίες, κάθε άλλο παρά κυβερνώσα Αριστερά είναι.
Οι κύριοι Σαμαράς, Βενιζέλος και Κουβέλης οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι οι κομματικές δεξαμενές τους αδειάζουν. Τα πολιτικά στελέχη που τους έχουν απομείνει δεν μπορούν να υπηρετήσουν με επάρκεια και αποτελεσματικότητα το πείραμα της κυβέρνησης συνεργασίας. Κι αυτό γιατί αδυνατούν να γίνουν φορείς νέων πολιτικών. Κύριο μέλημά τους είναι η πολιτική τους επιβίωση και η διατήρηση του θλιβερού καθεστωτικού παρελθόντος.
Συνεπώς, το κύριο ζητούμενο σήμερα είναι η επιστράτευση δυνάμεων εκτός κομματικών συνόρων, δυνάμεων που συνδυάζουν τεχνοκρατική γνώση και πολιτική εμπειρία και μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμες και αποτελεσματικές.
Ο ανασχηματισμός είναι αναγκαίος. Ωστόσο, δεν μπορεί να υπαγορεύεται από ενδοκυβερνητικές ισορροπίες και την αναδιανομή ρόλων, αλλά από τη βούληση η κυβέρνηση συνεργασίας να αντιμετωπίσει τις εκκρεμότητες του παρελθόντος, δημιουργώντας παράλληλα τις προϋποθέσεις για τη μεταρρύθμιση και τον εκσυγχρονισμό της χώρας και την ανάκαμψη της οικονομίας.