Ομιλία κατά τη βιβλιοπαρουσία στη Στοά του Βιβλίου, στην Αθήνα
11 Μαρτίου 2002
Λέγεται πως το βιβλίο όταν φύγει από το συγγραφέα, αυτονομείται από εκείνον.
Το βιβλίο σαν εξεγερμένος έφηβος, επιδιώκει να απαλλαγεί από την κηδεμονία του συγγραφέα αποσκοπώντας να κερδίσει τη δική του ζωή.
Εάν λοιπόν ως ξένος, ως ένας επιπλέον αναγνώστης και από τη δέουσα ελπίζω απόσταση κοιτάξω το βιβλίο, νιώθω να με «ζώνουν τα φίδια». Διότι ο τίτλος δύναται να παραπέμπει στα καβάφικα τείχη.
Στο προλογικό μου κεφάλαιο, εστιάζομαι στη νοσταλγία είτε εξορκίζοντάς την, είτε μετατοπίζοντάς την, όχι φαντάζομαι με όρους ψυχολογίας για το μέλλον…
Στο δε «αυτό» αποτολμάται να διατυπωθεί το αίτημα της τελεσίδικης αθώωσης ως υπαρξιακής μου δικαίωσης.
Βέβαια, μέσα στο βιβλίο τα κείμενα είναι άκρως πολιτικά. Για να μην ξεχνιόμαστε. Ο ρόλος του πραγματιστή και του ρεαλιστή θα φέρει τα πράγματα στη θέση του ως την ποθητή τάξη. Οι όποιες ανησυχίες θα «τακτοποιηθούν» ή έστω θα «δρομολογηθούν» υπό την έννοια ότι θα βρούμε «ράμματα για την γούνα τους».
Επιχειρώ βλέπετε να ειρωνευτώ κάπως τον συγγραφέα. Μάλλον έχω κάποια ειρωνική διάθεση και αυτό γίνεται γιατί ξέρω πως το βιβλίο παραμένει ανοιχτό σε ερμηνείες.
Παρ’ όλο που εκείνο αυτονομείται αφότου εκδοθεί, εσύ αναγκάζεσαι να το υπερασπίζεσαι.
Η έκθεσή σου με την έκδοσή του, είναι δηλαδή διαρκής.
Για το συγγραφέα η πολιτική είναι δράση και σκέψη. Παρέμβαση και στοχασμός. Δημόσια πράξη και ατομικό βίωμα.
Στόχος του βιβλίου «Τα Διάφανα Τείχη» ήταν να καταγράψει αυτή τη σύνθετη διαδικασία, μέσα από το πρίσμα της δικής μου συμμετοχής. Με την έννοια αυτή, η πολιτική είναι «περιπέτεια ιδεών», εξού και ο υπότιτλος της έκδοσης.
Τα κεφάλαια που περιλαμβάνονται στο βιβλίο, αποτυπώνουν την προσωπική μου περιπέτεια στο δημόσιο βίο. Θα τολμούσα να πω ότι είναι ένα είδος βιογραφίας της σκέψης μου.
Στη διαδρομή αυτή, ορόσημο ασφαλώς αποτελεί η εκλογή του Κ. Σημίτη στην πρωθυπουργία το 1996. Όπως όμως συνέβη και με τη προσωπική μου πολιτική διαδρομή, στην αρχή η εξέγερση και η επανάσταση, στη συνέχεια η αλλαγή και η μεταρρύθμιση, μετέπειτα ο εκσυγχρονισμός και η ανασύνθεση της κεντροαριστεράς, η ιστορία έχει ξεκινήσει πολλά χρόνια νωρίτερα. Με την έννοια αυτή, τα «διάφανα τείχη» συνιστούν και μια πολιτική γενεαλογία.
Αν υπάρχει κάποιο σταθερό σημείο, κάποιο κεντρικό σημείο, στα στιγμιότυπα του πολιτικού προβληματισμού, που καταθέτω στο βιβλίο, αυτό είναι η ανάγκη της καινοτομίας. Είναι μια ανάγκη στην οποία οφείλουν να ανταποκριθούν τα εν ενεργεία πολιτικά υποκείμενα.
Στο θέμα αυτό, η ιστορία είναι με το μέρος της σκεπτόμενης αριστεράς. Γιατί είναι η σκεπτόμενη αριστερά αυτή που έχει επιδείξει ιδιαίτερες ευαισθησίες απέναντι σ’ αυτό το ζήτημα.
Αυτό είναι άλλωστε και το στρατηγικό πλεονέκτημα που της δίνει τη διαχρονική υπεροχή της, απέναντι σε κομματικές γραφειοκρατίες, ξεπερασμένες ιεραρχίες και σχήματα συντήρησης.
Τώρα, όπως και πάντα, η προοδευτική αριστερά βρίσκεται διαρκώς σε δημιουργική ανησυχία και αναζήτηση. Ενδοσκοπεί, στοχάζεται και τελικά φαίνεται να τροχιοδρομεί τις δυνάμεις της, στη λογική της υπέρβασης του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού.
Ουσιαστικά αυτό είναι και το κυρίαρχο δίλημμα που αντιμετωπίζει η ελληνική πολιτική σήμερα.
- Να εγκλωβιστεί σ’ ένα σχήμα αναπαραγωγής μαρμαρωμένων πολιτικών δομών ή
- Να κινηθεί στη λογική της καινοτομίας, έχοντας ορατό στόχο ένα νέο πολιτικό σχέδιο, μια νέα πολιτική πρόταση, ένα νέα πολιτικό λόγο, ο οποίος θα στηρίζεται σε καινούργια ιδεολογικά και πολιτικά υποδείγματα, και όχι αυτά των αρχών των προηγούμενο αιώνα.
Για τους ελευθέρα σκεπτόμενους, η απάντηση είναι απλή και δείχνει προς το νέο.
Δεν μπορούμε να κοιτάζουμε πίσω, γιατί κινδυνεύουμε να την πάθουμε όπως η γυναίκα του Λώτ.
Λένε πως η «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Ωστόσο, το να είμαστε ρεαλιστές, δεν σημαίνει πως πρέπει να δεθούμε μόνοι μας, με τις αλυσίδες.
Προσωπικά επιμένω ότι το μέλλον κερδίζεται σήμερα. Έτσι και αλλιώς, το παρελθόν φαίνεται πλέον σήμερα απίστευτα διάφανο. Με τις ουτοπίες, την οίηση και τις υπερβολές του. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να «βγούμε» στο αύριο με τις εμμονές και τις αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Τούτο ισχύει καθ’ υπερβολήν για την μεγάλη πρόκληση της κεντροαριστεράς.
Στην κατεύθυνση αυτή δείχνουν ήδη οι πολιτικές εξελίξεις σε Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία.
Η Ευρώπη της ανάπτυξης με κοινωνική ευαισθησία είναι η ζωντανή απάντηση στη νεοφιλελεύθερη αναλγησία που εκφράζουν οι δυνάμεις της συντήρησης.
Ασφαλώς η πρόκληση της κεντροαριστεράς είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί τόσο με κινήσεις κορυφής, όσο και με κινήσεις βάσης. Αν δεν υπάρξει αυτή η αμφίπλευρη σχέση τότε είναι σαν να βάζουμε το κάρο μπροστά στο άλογο.
Χρειάζονται πρωτοβουλίες που δημιουργούν δίαυλους επικοινωνίας, αλλά και εκατέρωθεν «ανοίγματα» για ένα ουσιαστικό και γόνιμο διάλογο. Ένας διάλογος ο οποίος μπορεί να στηρίζεται σε μια συγκεκριμένη ατζέντα, στην οποία θα προτάσσονται άμεσα τα σημεία των κυβερνητικών και προγραμματικών συγκλίσεων.
Η κεντροαριστερά είναι ένα τολμηρό εγχείρημα το οποίο απαιτεί νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις νέες απαντήσεις.
Η απάντηση μας στη τουρμποκαπιταλισμό δεν μπορεί πέρα να είναι μια νέα και κυβερνώσα Κεντροαριστερά, μια κεντροαριστερά της καινοτομίας. Μια κεντροαριστερά που θα έχει όλα τα χρώματα της ίριδας.
Την πρόκληση της καινοτομίας, αντιμετωπίζει βεβαίως και το ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Αν δεν αποβάλουμε ως κόμμα τον εναγκαλισμό του παλιού θα χάσουμε, την επαφή μας με το νέο, θα χάσουμε την επαφή μας με εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που στήριξαν το εγχείρημα του εκσυγχρονισμού και της ανασύνθεσης της κεντροαριστεράς.
Υπενθυμίζω ότι η διάψευση των προσδοκιών είναι ο χειρότερος αντίπαλος στην πολιτική.
Τελικά η καινοτομία μας καλεί να επιλέξουμε μεταξύ της αδράνειας και της ανατροπής.
Όπως θα έχετε καταλάβει εγώ είμαι με την ανατροπή.
Η πολιτική πρέπει να ανοίξει στα μηνύματα της νέας εποχής.
Άλλωστε ο ρόλος και η δικαίωση της είναι ο σχεδιασμός του αύριο
Το βιβλίο μου θα ήθελα να δοθεί ως μια απόπειρα ενθάρρυνσης για την πολιτική έκφραση και πράξη αν είναι δυνατόν με λογισμό και όνειρο.
Σας ευχαριστώ γιατί είχατε τη μεγαλοθυμία και την ευγένεια να σταθείτε αλληλέγγυοι σε αυτό το εγχείρημά μου και να στηρίξετε τις προθέσεις και τις προσδοκίες μου.