Περιοδικό Σοσιαλιστική Θεωρία και Πράξη
Τεύχος Μαΐου 1992
«Ύστερα απ’ το φριχτό ναυάγιο και το χαμό
το πλοίο βουλιάζει τώρα μακριά».
Μανόλης Αναγνωστάκης
«ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ»
Η επιστροφή στο παρελθόν θεωρείται συνήθως αντίδραση αυτοάμυνας. Όταν αδυνατεί κάποιος να κατανοήσει, αλλά και να αντιμετωπίσει, τις απρόβλεπτες αλλαγές που συμβαίνουν στο κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον, τότε καταφεύγει στη σιγουριά και στις βεβαιότητες του απώτερου παρελθόντος.
Άλλωστε, η φυγή αυτή του προσφέρει σε μεγάλο βαθμό τη δυνατότητα της περιχαράκωσης και της αυτοσυντήρησης. Είναι σαφές ότι οι ανθρώπινες αντιδράσεις, αρκετές φορές, υπαγορεύονται από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.
Ωστόσο, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι το παρελθόν αποτελεί και πηγή αυτογνωσίας. Όσο χρήσιμη, όμως, είναι η προσφυγή στο παρελθόν για λόγους αυτογνωσίας, τόσο επιβλαβής είναι η προσκόλληση και η παγίδευση σ’ αυτό. Το βέβαιο είναι πως αποδεικνύεται χρήσιμη μόνο όταν συμβαδίζει με την κριτική του εξέταση και θεώρηση, αντλώντας διδάγματα και εμπειρίες από αυτό. Ακόμη κι αν χρειαστεί να παραδεχτούμε ότι «πήραμε τη ζωή μας λάθος».
Είναι προφανές πως οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν περιορίζονται μόνο στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Μπορούν κάλλιστα να ισχύουν και για τα πολιτικά τεκταινόμενα. Εξάλλου, η πολιτική, με την πολυδιάστατη έννοιά της, βρίσκεται συνεχώς στο επίκεντρο του ανθρώπινου γίγνεσθαι.
Μπορεί στις μέρες μας να θεωρείται κατ’ εξοχήν επαγγελματική δραστηριότητα. Να είναι συνώνυμο της συναλλαγής, της κοινωνικής ανέλιξης και των πελατειακών σχέσεων. Όμως, αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι τα συμβαίνοντα στην πολιτική μπορούμε να τα ερμηνεύσουμε, στηριζόμενοι στις αντιδράσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνουν τα όσα διαδραματίζονται στον χώρο του ΚΚΕ. Έχει γίνει πλέον εμφανές ότι το κόμμα αυτό, εδώ και έναν περίπου χρόνο, ακολουθεί σταθερά τον δρόμο του αναχωρητισμού και της φυγής από τα προβλήματα του παρόντος, αλλά και του μέλλοντος.
- Σήμερα, που τίποτε δεν θυμίζει το χθες, το ΚΚΕ βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στο ιστορικό του παρελθόν, αδυνατώντας να κατανοήσει τον σύγχρονο κόσμο.
- Σήμερα, που όλοι μας ζούμε το ρέκβιεμ ενός ιστορικού ιδεολογικού ρεύματος, το ΚΚΕ επανακάμπτει στις τριτοδιεθνιστικές ιδεοληψίες του Μεσοπολέμου.
- Σήμερα, που τα προβλήματα και οι ανάγκες των πολιτών δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με τις υπεραπλουστεύσεις των προηγούμενων εποχών, το ΚΚΕ επιστρέφει στη λογική του μανιχαϊσμού, του μαύρου και του άσπρου, του καλού και του κακού.
- Σήμερα, που τα φαινόμενα δυσπιστίας, αδιαφορίας και αποστροφής ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στην πολιτική, στα κόμματα και στα συνδικάτα συνεχώς διευρύνονται, το ΚΚΕ, ανήμπορο να αντιληφθεί τη νέα κοινωνική πραγματικότητα, αποσύρεται στον εντός των τειχών του χώρο.
Η ηγεσία του πιστεύει ότι με την αφύπνιση της ιστορικής μνήμης των μελών και των στελεχών του θα ενισχύσει τα αμυντικά τους αντανακλαστικά και θα περιχαρακώσει τις δυνάμεις που του έχουν απομείνει. Έτσι, όμως, το Κόμμα κινδυνεύει να γίνει μια γραφική ιστορική καρικατούρα, χωρίς καμιά σοβαρή και αξιόπιστη παρουσία στις πολιτικές εξελίξεις. Άλλωστε, όποιος σκιαμαχεί με το παρελθόν, αυτή την κατάληξη έχει συνήθως.
Η επανάκαμψη του ΚΚΕ, βεβαίως, στις ιδεοληψίες του απώτερου παρελθόντος δεν είναι καθόλου ανεξάρτητη από τις σεισμικές δονήσεις που προκάλεσαν οι αλλαγές στην Ανατολική Ευρώπη. Η κατάρρευση του πάλαι ποτέ «υπαρκτού σοσιαλισμού» και η διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ήταν αναμφίβολα οδυνηρή εξέλιξη για ολόκληρο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
Διότι τα αντιδημοκρατικά και γραφειοκρατικά καθεστώτα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης αποτελούσαν, τόσο για το ΚΚΕ όσο και για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, μοντέλα εφαρμοσμένου -όπως υποστήριζαν- σοσιαλισμού. Η κατάρρευσή τους εύλογα προκάλεσε μεγάλο πολιτικό και ιδεολογικό σοκ. Ανέτρεψε μύθους και ιδεολογήματα που για πολλές δεκαετίες πρόβαλλε η κομμουνιστική ορθοδοξία.
ΤΟ ΚΚΕ, αντί να προχωρήσει με τολμηρά βήματα στον επανακαθορισμό της φυσιογνωμίας και της ταυτότητάς του, αναγνωρίζοντας τα μεγάλα ιστορικά και πολιτικά του λάθη, προσφεύγει στις «βεβαιότητες» που υποστήριζε το κομμουνιστικό κίνημα στην εποχή του Μεσοπολέμου. Ακολουθώντας όμως αυτή την τακτική, οδηγείται στον παροπλισμό και στην πλήρη περιθωριοποίηση. Η κοινωνική και πολιτική του συρρίκνωση αποδεικνύεται αναπότρεπτη.
Η μόνη ανθεκτικότητα που μπορεί να επιδείξει, όμως, είναι στον στενό κομματικό του μηχανισμό. Διότι από εκεί αντλεί τη δύναμή του. Πρόκειται για ένα πλατύ δίκτυο πελατειακών σχέσεων, στο οποίο διαπλέκονται ιδιοτελή συμφέροντα και ανομολόγητες επιδιώξεις. Αυτά, εξάλλου, είναι τα μόνα για τα οποία δείχνει να ενδιαφέρεται ο σημερινός γραφειοκρατικός μηχανισμός του κόμματος.
Είναι γεγονός ότι το ΚΚΕ, καλυπτόμενο πίσω από μια δήθεν ταξική καθαρότητα, ακολουθεί μια ιδιότυπη αντιπασοκική πολιτική γραμμή. Η συγκεκριμένη τακτική δημιουργεί σημαντικά προβλήματα στην αξιοπιστία και στη φερεγγυότητά του, αφού είναι εμφανής η πολιτική του προσέγγιση με την κυβέρνηση της ΝΔ. Οι διάφορες αντισυναινετικές του κορώνες δεν αποτελούν τίποτε άλλο παρά προσχήματα που υποκρύπτουν σαφείς πολιτικές σκοπιμότητες.
Ανεξάρτητα όμως από αυτή την σημαντική παράμετρο, το ΚΚΕ βρίσκεται σήμερα στα όρια της πλήρους πολιτικής του εξάντλησης. Η έλλειψη μιας αυθεντικής και γόνιμης σχέσης με την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι ο χώρος αυτός δεν εκφράζει πλέον ένα αυθύπαρκτο κοινωνικό και ιδεολογικό ρεύμα.
Διότι τα πολιτικά κόμματα, μόνο όταν βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις συνεχώς μεταβαλλόμενες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, εκφράζουν αυθύπαρκτα κοινωνικά και ιδεολογικά ρεύματα. Ανανεώνουν τον πολιτικό, ιδεολογικό και προγραμματικό τους λόγο. Επανακαθορίζουν την παρουσία τους στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Και διατηρούν την πειστικότητα του πολιτικού τους λόγου.
Διαφορετικά αποσυνδέονται ολοένα και περισσότερο από τις ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Ενισχύουν τα φαινόμενα ιδιώτευσης και αποστράτευσης των πολιτών από τους κομματικούς σχηματισμούς, τροφοδοτώντας τις τάσεις αποϊδεολογικοποίησης που, όπως αποκαλύπτεται, είναι ιδιαίτερα έντονες σήμερα.
Τα φαινόμενα απονεύρωσης του κοινωνικού οραματισμού, σε συνδυασμό με την επικράτηση ενός κυνικού πολιτικού ρεαλισμού, δεν είναι ανεξάρτητα από τη δράση και τη συμπεριφορά των πολιτικών σχημάτων. Είναι απολύτως φυσικό η έλλειψη νέων κοινωνικών ουτοπιών και οραμάτων να ενισχύουν τα φαινόμενα. Για να θυμηθούμε και τον ποιητή «ζούμε οδυνηρές παραστάσεις άυλων οραμάτων». Το σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι οι δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού, μπορούν να δώσουν μια νέα πνοή στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς. Αλλά και να αποκρούσουν τις προσπάθειες ενοχοποίησης των κοινωνικών οραμάτων της Αριστεράς.