Εφημερίδα Η Αξία
18 Ιανουαρίου 2014
Η αποδέσμευση από τα μνημόνια πολύ εύλογα αναδεικνύεται σε άμεση εθνική προτεραιότητα. Ωστόσο, η έξοδος από την κρίση δεν θα επιτευχθεί ακόμη κι αν αυτά αποτελέσουν παρελθόν. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι σύνθετα και δεν περιορίζονται στη διασφάλιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Το πρωτογενές πλεόνασμα που αποτελεί σημαντική κατάκτηση δεν είναι επαρκής προϋπόθεση, προκειμένου η οικονομία να μπει σε τροχιά ανάκαμψης. Άλλωστε, η διατήρησή του καθιστά άκρως απαραίτητες τις διαρθρωτικές αλλαγές, για τις οποίες πολύς λόγος γίνεται χωρίς να υλοποιούνται. Στην πραγματικότητα, η δημοσιονομική προσαρμογή μένει μετέωρη.
Η μονοθεματική ατζέντα που ακολουθεί επί δεκαοκτώ μήνες τώρα η κυβέρνηση συνεργασίας έχει εξαντλήσει τα όριά της, ενώ οι συνέπειές της είναι ορατές στην οικονομία, στην αγορά, στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Οι θετικές εξελίξεις στα δημόσια οικονομικά δεν έχουν καμία επίδραση στην πραγματική οικονομία.
Το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας επιβεβαιώνει τα κοινωνικά και οικονομικά αδιέξοδα. Η ξηρασία που επικρατεί στην αγορά είναι πρωτοφανής. Υπαρκτή είναι και η αδυναμία μιας μεγάλης κατηγορίας πολιτών να ανταποκριθούν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους. Η αποδιάρθρωση του κράτους και της διοίκησης δεν έχει προηγούμενο. Η αποξήλωση των υπηρεσιών κοινωνικής προστασίας και υγείας, καθώς και η πρωτοφανής υποβάθμιση της εκπαίδευσης, συνθέτουν την εικόνα μιας χώρας που βρίσκεται στα επίπεδα της πραγματικής χρεοκοπίας.
Οι κυβερνητικές επιδόσεις σε καίριους τομείς υπολείπονται των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε και των πραγματικών αναγκών της οικονομίας. Δεν στοιχειοθετούν πολιτικές εξόδου από την κρίση. Στην πλειονότητά τους δείχνουν ανεπάρκεια και αναποτελεσματικότητα και ταυτόχρονα επιβεβαιώνουν την παντελή απουσία ενός ρεαλιστικού σχεδίου που θα συμπληρώνει και θα υπερβαίνει τις υπάρχουσες μνημονιακές δεσμεύσεις.
Η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου βεβαίως έχει να επιδείξει και θετικό έργο. Αναμφίβολα πιστώνεται τη διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας, την αναστροφή της καθοδικής πορείας της Ελλάδας, τη βελτίωση των σχέσεων με τους κοινοτικούς εταίρους και την μείωση του κινδύνου εξόδου από την Ευρωζώνη. Η αλλαγή του πολιτικού κλίματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μια σημαντική κατάκτηση. Άλλωστε, αυτό φαίνεται να πιστεύει και η πλειονότητα της κοινής γνώμης.
Τα ελλείμματα όμως της κυβερνητικής πολιτικής είναι υπαρκτά και έντονα. Συνιστούν τροχοπέδη για την ανάκαμψη της οικονομίας, για την ενίσχυση της απασχόλησης, για την προσέλκυση επενδύσεων, για την προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, για το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, για την πραγματική αναμόρφωση του διαλυμένου δημόσιου τομέα.
Δεν είναι τυχαίο που οι μεταρρυθμίσεις –αν δεν εκφυλίζονται- ετεροχρονίζονται συνεχώς. Το υπάρχον κομματικό σύστημα, κυβερνώντες-αντιπολιτευόμενοι, παραμένει δέσμιο παλιών αντιλήψεων και πρακτικών. Καίριο μέλημά του, η εξυπηρέτηση της πολιτικής του πελατείας. Θέλοντας να είναι αρεστό, πολιτεύεται με αποκλειστικό γνώμονα την αποφυγή του πολιτικού κόστους. Ως εκ τούτου, το μείζον πολιτικό πρόβλημα δεν είναι μόνο η απεξάρτηση από τα μνημόνια, αλλά και η αποδέσμευση από τις πελατειακές πολιτικές και τον λαϊκισμό.
Τα συγκυβερνώντα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. Πιστά στις συνταγές του παρελθόντος, το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι οι εντυπώσεις, να αποδείξουν ότι είναι κοινωνικά ευαίσθητα. Χαρακτηριστικές είναι οι αντιδράσεις των βουλευτών τους τη μια για τη φορολόγηση αγροτών, την άλλη για την ακίνητη περιουσία, ή για το εικοσιπεντάευρω στα νοσοκομεία.
Ταυτόχρονα. σφυρίζουν αδιάφορα για τις μεταρρυθμίσεις, συνηγορώντας στη μετάθεση και αναβολή τους. Δεν προτάσσουν την εναρμόνιση της χώρας με το κοινοτικό κεκτημένο. Παραμένοντας φορείς μιας εθνοκεντρικής αντίληψης, αντιμετωπίζουν τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως ευκαιρία για την προώθηση οικονομικών και μόνο αιτημάτων.
Από την άλλη η αντιπολίτευση, ακολουθώντας με συνέπεια την πολιτική του καταγγελτικού λόγου και της άρνησης απέναντι σε οποιαδήποτε αλλαγή, στην πραγματικότητα το μόνο που υπόσχεται είναι επιστροφή στο παρελθόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να μην έχει συμφιλιωθεί ακόμη με την ιδιότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν αντιλαμβάνεται ότι, υιοθετώντας τις συνταγές που μας οδήγησαν στα σημερινά αδιέξοδα, απομειώνει τις δυνατότητές του να καταστεί αξιόπιστη και φερέγγυα δύναμη κυβερνητικής προοπτικής.
Η μοναδική επαγγελία του για απεξάρτηση της χώρας από τα μνημόνια δεν συνοδεύεται από μια, έστω και στοιχειώδη, θεμελίωση μεταμνημονιακής στρατηγικής. Θέλοντας να οικειοποιηθεί την έντονη κοινωνική δυσαρέσκεια, υιοθετεί δίκαια και άδικα αιτήματα και πλειοδοτεί σε αναχρονιστικές πολιτικές. Έτσι καθίσταται ευάλωτος τόσο στους λαϊκισμούς, όσο και στις μονομέρειες και στις αυταρέσκειες των αντιμνημονιακών διακηρύξεών του. Ταυτόχρονα, παραμένει δέσμιος του κρατισμού και των ιδεοληψιών της παλιάς Αριστεράς. Οι αμφισημίες του ως προς τα καίρια ζητήματα της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας δείχνουν ότι η απόκτηση νέου πολιτικού εαυτού προσκρούει στην πανσπερμία απόψεων που διαπερνούν το εσωτερικό του.
Η μεταμνημονιακή Ελλάδα δεν θεμελιώνεται μόνο με την έξοδο από τα μνημόνια. Αναγκαία και απαραίτητη προϋπόθεση είναι η συγκρότηση εθνικής στρατηγικής που θα έχει σαφή ευρωπαϊκό προσανατολισμό και δεν θα κάνει την παραμικρή έκπτωση στα καίρια ζητήματα που σχετίζονται με την παραγωγική, διοικητική και θεσμική ανασυγκρότηση της χώρας.