Εφημερίδα Η Αξία
30 Μαρτίου 2013
Η κρίση της Κύπρου έχει θεατές και αθέατες πλευρές. Δεν περιορίζεται στο χρηματοπιστωτικό μοντέλο που είχε υιοθετήσει επί πολλές δεκαετίες, ούτε προέκυψε μόνο από τις στρεβλώσεις και τις ασυμμετρίες της. Χρόνια και πολυεπίπεδη, είναι απότοκος των προβλημάτων που αντιμετώπισε το νησί από την πρώτη φάση της ανεξαρτητοποίησής του.
Στην πραγματικότητα η Κύπρος, ως μήλον της έριδος των εθνικών κέντρων και πεδίο αντικρουόμενων γεωπολιτικών συμφερόντων, ποτέ δεν υπήρξε αυτοτελής και αυθύπαρκτη κρατική οντότητα με σαφή και σταθερό προσανατολισμό. Παλινδρομούσε διαρκώς, στρεφόμενη πότε στην Ανατολή και πότε στη Δύση.
Παράλληλα, τα αδιέξοδα του εθνικού της προβλήματος κατέστησαν την πολιτική της ατζέντα μονοθεματική. Το Κυπριακό και οι συνεχείς δυστοκίες για την επίλυσή του ήταν το μοναδικό ζήτημα γύρω από το οποίο στρεφόταν η πολιτική ζωή στο σύνολό της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το κομματικό της σύστημα να μην αναπτυχθεί φυσιολογικά.
Ο προσδιορισμός των κομμάτων σε δεξιά, κεντρώα, κεντροαριστερά, δεν σηματοδοτούσε ιδεολογικές και πολιτικές διαφοροποιήσεις ή αναζητήσεις για την οργάνωση της χώρας, για την ανάπτυξη της οικονομίας, για το παραγωγικό της μοντέλο. Σαν να ήταν κόμματα ενός σκοπού, οι αντιπαραθέσεις τους περιστρέφονταν γύρω από το πρόβλημα της διχοτόμησης. Οι οριοθετήσεις τους εξαντλούνταν στο Κυπριακό, άρχιζαν και τελείωναν σ’ αυτό.
Από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας του νησιού, οι πολιτικές δυνάμεις είχαν χωριστεί σε αυτές που ήθελαν την ένωση με την Ελλάδα και σε εκείνες που υποστήριζαν την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, στο πλαίσιο μιας διζωνικής ομοσπονδίας.
Ο διαχωρισμός αυτός διαπερνούσε το σύνολο των κομματικών δυνάμεων. Οι διαιρέσεις σε εθνικόφρονες υπερπατριώτες, δεξιόστροφης και αριστερόστροφης απόχρωσης και σε μετριοπαθείς, δηλητηρίαζαν επί πολλά χρόνια την πολιτική ζωή του τόπου. Φόρτιζαν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, οδηγώντας τες στα άκρα και εμπόδιζαν την ανάπτυξη ενός υγιούς πολιτικού συστήματος.
Χαρακτηριστικό ήταν το κλίμα που διαμορφώθηκε με αφορμή το σχέδιο Ανάν, όπου είδαμε το παράδοξο ο αρχηγός της δεξιάς παράταξης, του ΔΗΣΥ, Νίκος Αναστασιάδης, να πηγαίνει κόντρα στους εθνικιστές του κόμματός του, ενώ την ίδια στιγμή ο πρόεδρος του αριστερού ΑΚΕΛ Δημήτρης Χριστόφιας, να συμπαρατάσσεται με τον εθνικόφρονα υπερπατριώτη Τάσο Παπαδόπουλο, ο οποίος απέρριψε τη μόνη ρεαλιστική και εφικτή πρόταση για την επίλυση του Κυπριακού που έχει υποβληθεί μέχρι σήμερα.
Η σμίξη ακραίων εθνικιστών με αριστερίζουσες και σοσιαλίζουσες δυνάμεις ήταν ένα διαχρονικό φαινόμενο στην Κύπρο που ακύρωνε τις όποιες ιδεολογικές και πολιτικές διαφοροποιήσεις των κομμάτων. Γενικότερα οι εθνικιστικές φωνές είναι διάσπαρτα απλωμένες παντού. Μπορεί κάποιος να βρει πιο προοδευτικές απόψεις στον δεξιό ΔΗΣΥ, παρά στη σοσιαλίζουσα ΕΔΕΚ ή στο αριστερίζον ΑΚΕΛ.
Μάλιστα, χρόνια τώρα βλέπουμε πως ένα κόμμα μπορεί όχι μόνο να διολισθήσει σε ακραίες συντηρητικές απόψεις, αλλά και να μεταλλαχθεί. Αξιοσημείωτο παράδειγμα είναι η περίπτωση της ΕΔΕΚ, η οποία έχει μετατραπεί σε ένα εθνικιστικό πολιτικό μόρφωμα.
Το κομματικό σύστημα της Κύπρου είναι αποϊδεολογικοποιημένο, μονοθεματικό και στην ουσία ατροφικό. Δεν έχει δομηθεί με βάση τα υφιστάμενα πολιτικά ρεύματα, ενώ και οι ιδεολογικές αναφορές των κομμάτων είναι ψευδεπίγραφες. Η μοναδική ύλη που το συγκροτούσε ήταν οι διαφορετικές προσεγγίσεις των κομματικών σχηματισμών απέναντι στο εθνικό πρόβλημα. Γι’ αυτό και βασικό του χαρακτηριστικό είναι οι οριζόντιες διασυνδέσεις.
Συνεπώς, εγκλωβισμένο στις δοξασίες του παρελθόντος, στις ιστορικές φορτίσεις και μνήμες και ζώντας στο μικρόκοσμό του, είναι βαθιά εσωστρεφές και αυτιστικό. Αντικειμενικά, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες και απαιτήσεις μιας κοινωνίας και μιας χώρας που πρέπει να εναρμονιστεί με τα δεδομένα της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής.
Την εκτίμηση αυτή την επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο η αδυναμία της Κύπρου να εναρμονιστεί με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Αν και κοντεύει να συμπληρώσει δέκα χρόνια από την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθεί να λειτουργεί με τους δικούς της κανόνες, με τις δικές της ιδιωφέλειες, ιδιαιτερότητες και ιδεοληψίες. Φαίνεται να είναι εντός, εκτός και επί τα αυτά. Άλλωστε, αυτό έδειξε και ο τρόπος που αντέδρασε μετά την παράδοξη απόφαση του Eurogroup για το κούρεμα των καταθέσεων. Μολονότι στην αρχή το δέχτηκε, μετά το απέρριψε.
Αντί να εστιάσει την πολιτική και διπλωματική μάχη της στο ευρωπαϊκό επίπεδο αναζητώντας συμμάχους και υποστηρικτές, την άλλη μέρα κιόλας κατέφυγε στη Ρωσία. Η αντίδραση αυτή είναι αποκαλυπτική, γιατί δεν δείχνει μόνο την παντελή απουσία μιας στοιχειώδους ευρωπαϊκής στρατηγικής, αλλά και την πλήρη διάστασή της με τις ευρωπαϊκές διεργασίες και εξελίξεις.
Η κρίση της Κύπρου δεν αποκάλυψε μόνο τις ανερμάτιστες πολιτικές που σήμερα φαίνεται να κυριαρχούν στο στενό πυρήνα των προηγμένων χωρών της Ευρωπαϊκή Ένωσης, με πρώτη και καλύτερη τη Γερμανία. Αποκάλυψε και την πλήρη αδυναμία του κυπριακού κομματικού συστήματος να διαχειριστεί με ψυχραιμία και νηφαλιότητα καίρια και μεγάλα προβλήματα. Επιρρεπές σε μεγαλοϊδεατισμούς και σε πολιτικές σκιαμαχίες, πίστεψε ότι με τα ηρωικά «ΟΧΙ» μπορεί να αντιμετωπίσει ζητήματα διεθνούς και ευρωπαϊκής εμβέλειας.
Εμποτισμένο από τις λογικές του λαϊκισμού και του εθνικισμού, υποτιμά την ανάγκη δημοσιονομικής προσαρμογής και εξυγίανσης του τραπεζικού του τομέα. Αν και γνωρίζει ότι ένα μεγάλο κομμάτι είναι τοξικό, αρνείται να το αντιμετωπίσει. Στερούμενο εθνικής στρατηγικής επένδυσε την ανάπτυξη και ευημερία της χώρας σε ένα υπερδιογκωμένο χρηματοπιστωτικό μοντέλο, το οποίο ήταν και τρωτό και ευάλωτο. Δεν φρόντισε να πάρει εγκαίρως τα απαραίτητα μέτρα και όταν έφτασε στο χείλος του γκρεμού συμπεριφέρθηκε με έναν αντιφατικό και παράδοξο τρόπο.
Θέλοντας να είναι αρεστό στους πολιτικούς του πελάτες και στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, συμπαρατάχθηκε με πολιτικές που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούσαν σε τραγικά αδιέξοδα. Τη στιγμή που αποδεχόταν την υπαγωγή της Κύπρου στο μηχανισμό στήριξης, κατέφευγε σε αντιμνημονιακές κορώνες, ενώ τα προβλήματα συσσωρεύονταν και αποκτούσαν εκρηκτικές διαστάσεις.
Υποταγμένο στην αδράνεια και στην αναβλητικότητα, δεν ήθελε να πάρει εγκαίρως τις απαραίτητες αποφάσεις. Φοβούμενο το πολιτικό κόστος έκρυβε τα προβλήματα κάτω από το χαλί, παραπέμποντας την επίλυσή τους σε βάθος χρόνου. Το έδειξε το 2004 με το σχέδιο Ανάν, το επανέλαβε το 2013 ενώ έβλεπε τα μαύρα σύννεφα της οικονομικής κρίσης να πυκνώνουν ολοένα και περισσότερο.
Συνοπτικά, το κομματικό σύστημα της Κύπρου παγιδευμένο στις δοξασίες του παρελθόντος, στους μεγαλοϊδεατισμούς και στις ανέξοδες υποσχέσεις, εμφανίζει σύνδρομα αυτισμού, πιστεύοντας ότι η Μεγαλόνησος είναι στο επίκεντρο του κόσμου. Εγκλωβισμένο επί πολλές δεκαετίες σε μια μονοθεματική πολιτική ατζέντα, αυτή του Κυπριακού προβλήματος, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ανάγκες και απαιτήσεις.