Τα σχέδια Ερντογάν και τα στρατηγήματα Αναστασιάδη

Capital.gr
26 Ιουλίου 2021

Η βαριά σκιά στο Κυπριακό είναι έκδηλη. Τις δυνατότητες επίλυσης του θολώνουν, για να μη πω σκοτεινιάζουν περαιτέρω, τα σύννεφα που συγκεντρώνονται πάνω από τη μεγαλόνησο. Και ταυτόχρονα επιδρά αρνητικά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μιας και αποτελεί κομβικό ζήτημα.

Οι πρωταγωνιστές του δεν βρίσκονται στην ίδια τροχιά. Ούτε κινούνται με την ίδια ταχύτητα. Ο τουρκικός παροξυσμός είναι αναμφισβήτητος. Η κάθοδος του Ερντογάν στα κατεχόμενα το επιβεβαιώνει. Οι εξαγγελίες του για την αποστρατικοποίηση ενός ποσοστού 3,5% της πόλης της Βαρωσίων, αποκαλύπτουν πως στρατηγική του είναι η επικύρωση των τετελεσμένων. Προκειμένου δε να αποκτήσει δικαιολογητική βάση, επικαλείται τα διαχρονικά αδιέξοδα των προσπαθειών επανένωσης της Κύπρου. Μάλιστα επιρρίπτει όλες τις ευθύνες αποτυχίας, στις ηγεσίες της ελληνοκυπριακής πλευράς.

Ουσιαστικά ο Τούρκος πρόεδρος, μιλώντας πλέον ανοιχτά για δύο κράτη, επαναφέρει τη γνωστή θεωρία της παλιάς πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ της χώρας του, πως το Κυπριακό λύθηκε το 1974. Η αναδίπλωσή του είναι προφανής. Υπαγορεύεται από τις αναθεωρητικές του αντιλήψεις. Συνιστά σκλήρυνση και αδιαλλαξία της στάσης του. Το σίγουρο είναι ότι υπερκερνά τις διεθνείς ενστάσεις – ΗΠΑ,ΕΕ, ΟΗΕ- για τις έκνομες ενέργειές του, δίχως να κρύβει τους μεγαλοϊδεατισμούς του. Θεωρώντας αδύνατο κρίκο την Κύπρο για την προώθηση των στρατηγικών του επιδιώξεων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του σ’ αυτή.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επειδή γνωρίζει πολύ καλά τι συμβαίνει στην τουρκοκυπριακή κοινότητα, φρόντισε να εμποδίσει με κάθε τρόπο την επανεκλογή του προοδευτικού και τολμηρού Μουσταφά Ακιντζί. Χρησιμοποίησε όλα τα μέσα αλλά και τους εποίκους για να πετύχει το στόχο του. Με τον αχυράνθρωπό του Ερσίν Τατάρ επιχειρεί να ποδηγετήσει τους Τoυρκοκυπρίους.

Παρ’ όλα αυτά η πλειονότητά τους προσβλέπει στην επανένωση του νησιού. Αποκαλυπτική ήταν η άρνηση των δύο πρώην Τουρκοκύπριων ηγετών Ακιντζί και Ταλάτ καθώς και του δημάρχου της κατεχόμενης Λευκωσίας Μεχμέτ Χαρμαντζί, να υιοθετήσουν τα διχοτομικά σχέδια του τούρκου προέδρου. Απουσίασαν επιδεικτικά από την ομιλία και τις φιέστες του Ερντογάν. Επίσης δημοσίως επέμειναν στην ανάγκη μιας βιώσιμης λύσης του Κυπριακού.

Το παράδοξο είναι ότι αυτές τις προοδευτικές φωνές οι οποίες εξακολουθούν και παραμένουν ισχυρές δεν τις ακούν, σχεδόν καθόλου, οι πολιτικές ηγεσίες της ελληνοκυπριακής κοινότητας. Μολονότι αποτελούν μια πραγματική σφήνα στην παγίωση των τετελεσμένων, δεν τους προσδίδουν την αξία που έχουν. Δεν τις αξιοποιούν για να κρατήσουν ζωντανές τις προσδοκίες της επίλυσης στους ίδιους τους ελληνοκυπρίους. Αλλά ούτε αναλαμβάνουν την παραμικρή πρωτοβουλία για να συντηρήσουν και να διευρύνουν περαιτέρω το εκφρασμένο εδώ και χρόνια θετικό κλίμα και στις δύο κοινότητες. Η απουσία διαλόγου ανάμεσα τους επιτείνει την αποξένωση, την καχυποψία ακόμη και τον φόβο.

Οι αρνητικές εξελίξεις στο Κυπριακό έχουν αναμφίβολα θεατές και αθέατες πλευρές. Δεν οφείλονται μόνο στην τουρκική αδιαλλαξία και επιθετικότητα. Η ελληνοκυπριακή ηγεσία κάθε άλλο παρά άμοιρη των ευθυνών της είναι. Η αδράνεια, αναβλητικότητά και ο εφησυχασμός της, είναι πασιφανής. Το ίδιο και η έλλειψη μιας θεμελιωμένης και δημιουργικής στρατηγικής. Δεν αρκεί μόνο η επίκληση πολιτικής βούλησης. Απαιτείται η καλλιέργεια κουλτούρας επανένωσης που να πείθει τους πολίτες αλλά και τον διεθνή παράγοντα. Δυστυχώς κάτι τέτοιο απουσιάζει. Η ελληνοκυπριακή ελίτ όπως φαίνεται, με άλλα απασχολείται.

Το βέβαιο είναι ότι η περιχαράκωση σε μια αμυντική αντίληψη, η οποία εδράζεται σε λογικές κυρώσεων κατά της Τουρκίας, αποδείχθηκε παντελώς ατελέσφορη. Σε ένα σκληρά ανταγωνιστικό περιβάλλον δύσκολα επιτυγχάνεις το παραμικρό, εγκαλώντας τον αντίπαλο σου για παράνομες πράξεις και έκνομες ενέργειες. Το σημαντικότερο αδυνατείς να δημιουργήσεις τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάληψη πρωτοβουλιών. Απεναντίας αποδυναμώνεις την παρουσία και το λόγο σου. Αλλά και συμβάλεις στην αποτελμάτωση των προβλημάτων που αντιμετωπίζεις. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η υπόθεση του Κυπριακού, επιβαρυνόταν όταν υπήρχε διαπραγματευτικό κενό.

Πάντως τα όσα συμβαίνουν σήμερα είναι το απαύγασμα των αδιεξόδων που καταγράφτηκαν το 2017 στο Κραν Μοντανά. Το ναυάγιο των συνομιλιών χρεώνεται στην ελληνοκυπριακή ηγεσία. Και αυτό γιατί ήταν εκείνη που την τελευταία στιγμή αρνήθηκε την επικύρωση μιας συμφωνίας. Μιας συμφωνίας, η οποία στηριζόταν σε σαφείς υποχωρήσεις της τουρκικής και τουρκοκυπριακής πλευράς. Η άρνηση στη συνέχεια του προέδρου Νίκου Αναστασιάδη να υιοθετήσει το πλαίσιο Γκουτέρες, τον έχει εκθέσει ανεπανόρθωτα. Έτσι μετά την απόρριψη του σχεδίου Ανάν το 2004, στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών προστέθηκε ένας ακόμη κρίκος.

Επιπροσθέτως η απαίδευτη, αυτάρεσκη και μονομερής επιλογή της Κύπρου να επενδύσει στις τριμερείς με Ισραήλ Αίγυπτο και Ελλάδα αποκλείοντας την Τουρκία, ήταν εύλογο να έχει παρενέργειες. Τα ενεργειακά κοιτάσματα όχι μόνο δεν επιβεβαιώθηκαν αλλά περιέπλεξαν περαιτέρω το Κυπριακό μετατρέποντας το σε ένα ατέλειωτο κουβάρι. Και παράλληλα επέτρεψαν στον Ερντογάν να ξεδιπλώσει τα επιθετικά του σχέδια.

Με τα στρατηγήματα και τα αμυντικά αντανακλαστικά της ελληνοκυπριακής ηγεσίας, οι τουρκικές επιδιώξεις βρίσκουν πρόσφορο έδαφος. Η Κύπρος είχε μια μεγάλη αναλαμπή όταν πίστεψε και ακολούθησε με συνέπεια τη στρατηγική του Ελσίνκι, ανοίγοντας το δρόμο της ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η παλινδρόμησή της σε ατελέσφορα στερεότυπα την οδηγεί σε αδιέξοδα και σε άγονες πολιτικές περιοχές

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *