Μια κυβέρνηση «πάμε και θα δούμε»

Θοδωρής Γεωργακόπουλος
Η Καθημερινή, 06/04/2018

Πώς λειτουργεί το μυαλό, είναι ένα φοβερό πράγμα. Τις προάλλες συζητούσα με κύριο επιφανή και γνώστη των πολιτικών πραγμάτων για τον εκλογικό νόμο που θα ισχύσει στις μεθεπόμενες εκλογές, σύμφωνα με την τρέχουσα νομοθεσία, δηλαδή την απλή αναλογική. “Θα είναι μια καταστροφή”, είπε με τόνο δραματικό. “Η χώρα μας δεν τις αντέχει τις κυβερνήσεις συνεργασίας, δεν υπάρχει περίπτωση να βγάλουν άκρη αυτοί, θα μπούμε σε μια περίοδο πρωτοφανούς πολιτικής αστάθειας, θα δούμε πράγματα που δεν έχουμε ξαναδεί”. Ένευσα συγκαταβατικά, βεβαίως, συλλογιζόμενος τη βαρύτητα του διακυβεύματος, μα μετά άρχισα να σκέφτομαι διάφορα πράγματα με αφετηρία αυτή την τοποθέτηση, σταδιακά, ένα ένα.

Πρώτον: Το “θα δούμε πράγματα που δεν έχουμε ξαναδεί” ακούγεται πολύ λιγότερο τρομακτικό ως έκφραση πια. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει τόσα πράγματα που δεν είχαμε ξαναδεί, που το αίσθημα της έκπληξης έχει πια σχεδόν τελείως σβήσει. Δηλαδή, έχουμε δει τον παρουσιαστή τηλεπαιχνιδιών να γίνεται Πρόεδρος των ΗΠΑ, το Brexit και το Δημήτρη Καμμένο Αντιπρόεδρο της Βουλής, πόσο πιο τρομερά να είναι τα επόμενα “πράγματα που δεν έχουμε ξαναδεί”;

Δεύτερον: Η χώρα μας μπορεί να μην έχει μεγάλη παράδοση κυβερνήσεων συνεργασίας, αλλά έχει κάτι άλλο: Κυβέρνηση συνεργασίας. Εδώ και επτά χρόνια δεν έχουμε μονοκομματικές, αυτοδύναμες κυβερνήσεις. Την Ελλάδα πλέον την κυβερνάνε μόνο κόμματα συνεργασίας δύο ή περισσότερων κομμάτων.

Τρίτον, κι εδώ οι συνειρμοί πηδάνε από θέμα σε θέμα, και δη σ’ αυτό που είναι και το θέμα του σημερινού άρθρου: Η κυβέρνηση συνεργασίας που έχει σήμερα η Ελλάδα είναι ένα φαινόμενο σπάνιο στον κόσμο, κι αυτό είναι κάτι που συχνά ξεχνάμε.

Πρόσφατα η Γερμανία, μετά από πέντε μήνες διαβουλεύσεων, απέκτησε τη δικιά της κυβέρνηση συνεργασίας. Πέντε μήνες τους πήρε να τη φτιάξουν. Κυβέρνηση είναι, βέβαια, δεν είναι παστίτσιο να το φτιάξεις σε ένα απόγευμα. Αλλά μήνες ολόκληροι; Τι κουβέντιαζαν τόσους μήνες; Η απάντηση είναι: ένα κείμενο.

Οι κυβερνήσεις συνεργασίας στα περισσότερα πολιτισμένα μέρη του κόσμου σχηματίζονται όταν τα κόμματα που συνεργάζονται συμφωνούν στις βασικές πολιτικές που θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Αυτές τις πολιτικές τις βάζουν κάτω σε ένα χαρτί, το οποίο ουσιαστικά είναι ένα νέο πρόγραμμα διακυβέρνησης. Όλα τα κόμματα έχουν τα δικά τους προγράμματα, βέβαια, με τα οποία κατέβηκαν στις εκλογές και για τα οποία ψηφίστηκαν από το λαό, αλλά για να συνεργαστούν μετά τις εκλογές πρέπει να συναποφασίσουν τι από όσα έλεγαν (τα διαφορετικά μεταξύ τους) προγράμματά τους θα κρατήσουν και τι θα πετάξουν. Οπότε κάθονται και διαπραγματεύονται πάνω στο κείμενο για μήνες. Θα αυξήσουμε τις δαπάνες για την παιδεία; Θα μειώσουμε τη φορολογία; Σε ποιους τομείς θα επενδύσουμε; Τι στάση θα κρατήσουμε στα βασικά θέματα εξωτερικής πολιτικής; Βεβαίως, διαπραγματεύονται κι άλλα πράγματα, όπως τη μοιρασιά των υπουργείων, αλλά αυτά είναι πιο απλά και όντως λύνονται ακόμα και σε ένα απόγευμα. Η οριστικοποίηση του τελικού κειμένου που λέγεται “προγραμματική συμφωνία” είναι η χρονοβόρα διαδικασία, ειδικά σε περιπτώσεις που οι κυβερνήσεις προκύπτουν από τη συνεργασία τριών, τεσσάρων ή και παραπάνω κομμάτων (όπως σε διάφορες περιπτώσεις στη Δανία, το Βέλγιο και αλλού). Στη Γερμανία ήταν μόνο το CDU/CSU και το SPD οπότε μετά από λίγες πυρετώδεις εβδομάδες κατέληξαν σε προγραμματική συμφωνία (την οποία, αν θέλετε και ξέρετε γερμανικά, μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Λοιπόν, το θέμα του σημερινού άρθρου κι αυτό που συχνά ξεχνάμε είναι ότι η κυβέρνηση συνεργασίας που μας κυβερνά εδώ και πάνω από τρία χρόνια δεν έχει καμία προγραμματική συμφωνία. Αυτά τα δύο κόμματα, Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, που μάλιστα υποτίθεται ότι εκπροσωπούν αντιδιαμετρικά αντίθετους ιδεολογικούς χώρους, έχουν σχηματίσει μαζί κυβέρνηση -οι μισοί βουλευτές των ΑΝ.ΕΛ. είναι υπουργοί ή υφυπουργοί- και ποτέ δεν κάθισαν να συζητήσουν πώς θα κυβερνήσουν, ή να αποτυπώσουν σε ένα αμοιβαία αποδεκτό κείμενο στόχους, πολιτικές και προτεραιότητες. Τον Ιανουάριο του 2015 τα βρήκαν μέσα σε μιάμιση ημέρα. Το Σεπτέμβριο του 2015 χρειάστηκαν μόνο μερικά λεπτά -μόλις λίγο μετά από το κλείσιμο της κάλπης Τσίπρας και Καμμένος κάναν αγκαλίτσες και χαρούλες στη σκηνή. Όταν τον Ιανουάριο ρώτησαν τον Πάνο Καμμένο περί “προγραμματικής συμφωνίας” ο άνθρωπος απάντησε ότι “οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης θα είναι αυτές που θα δεσμεύουν όλους μας στην κοινή αυτή πορεία” δηλαδή ότι κάτσε να φτιάξουμε πρώτα κυβέρνηση και μετά βλέπουμε, ή “φέξε μου και γλίστρησα”, σε ελεύθερη μετάφραση.

Αυτό είναι σπάνιο όχι μόνο για τα διεθνή δεδομένα, αλλά και για τα ελληνικά. Θυμηθείτε ότι η κυβέρνηση του 2012 (η που έχει γραφτεί στην ιστορία ως “των Σαμαροβενιζέλων”, μολονότι περιείχε και τρίτο πόλο, τον τότε του σημερινού αναπληρωτή υπουργού άμυνας) είχε κανονικότατο κείμενο προγραμματικής συμφωνίας. Σύμφωνοι, ήταν ένα γενικόλογο και ασαφές κείμενο, καθώς η χώρα ήταν όλη μέσα στο βαθύ μνημόνιο και ούτως ή άλλως δεν υπήρχαν και πολλά περιθώρια πρωτοβουλιών ή διαφωνιών, αλλά έστω, έτσι, για τα μάτια του κόσμου, για τους τύπους, ένα κείμενο υπήρχε. Τότε (νόμιζαν ότι) είχαν σημασία ακόμη αυτά τα πράγματα. Αλλά ακόμη κι αν τότε είχαν, πλέον δεν έχουν.

Σήμερα μας κυβερνούν δήθεν αριστεροί με ακροδεξιούς, που στην πραγματικότητα ούτε οι μεν είναι το ένα, ούτε οι δε το άλλο, αντίθετα, όλοι είναι ιδεολογικά τίποτε, κυνικοί και αδιάφοροι (και άσχετοι) για την Πολιτική, απολύτως εθισμένοι και επικεντρωμένοι στην εξουσία και την κατάληψή της και, βεβαίως, μεταξύ τους εντελώς απαράλλαχτοι (γιατί πείτε μου, ένας ανεξάρτητος παρατηρητής που βλέπει τον Πολάκη, το Σπίρτζη ή τον Κουικ μπορεί να καταλάβει ποιος είναι του ΣΥΡΙΖΑ και ποιος των ΑΝΕΛ; Μάλλον γι’ αυτό βάζουν τα μεγάλα πορτρέτα του Άρη Βελουχιώτη και του Τσε Γκεβάρα στα γραφεία τους, για να τους ξεχωρίζουμε, γιατί αλλιώς είναι εντελώς αδύνατο, μεγάλη παρένθεση αυτή). Το ότι μας κυβερνούν αυτοί και ότι μας κυβερνούν έτσι λέει, μάλιστα, λιγότερα γι’ αυτούς από όσα λέει για εμάς.

Αυτό θύμισα στο συνομιλητή μου, λοιπόν, τις προάλλες. Είμαστε πια βαθιά στην εποχή του “ό,τι να ‘ναι”. Όλα γίνονται στα κουτουρού. Ο επίσημος εθνικός στρατηγικός σχεδιασμός είναι το “πάμε και θα δούμε”. Το πολιτικό προσωπικό πια αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από καιροσκόπους, τυχοδιώκτες και καταληψίες. “Οπότε τι λες;” με ρώτησε. “Ότι μπορεί με την απλή αναλογική να είναι και καλύτερα;”. Απάντησα με τον μόνο τρόπο που θα μπορούσα.

“Όχι”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *