Εμείς, η Τουρκία και οι Συμπληγάδες

Λουκάς Τσούκαλης
Η Καθημερινή, 26/01/2020

Πώς χειρίζεσαι έναν γείτονα που αισθάνεται ισχυρός, που θέλει να διαφεντεύει στην ευρύτερη περιοχή και διεκδικεί κομμάτι από αυτό που θεωρείς εσύ δικό σου οικόπεδο; Εχεις διάφορες επιλογές: σηκώνεις ψηλούς φράκτες, αναζητάς φίλους και προστάτες στη γειτονιά και απέξω, ετοιμάζεις προσφυγή στα δικαστήρια. Το ιδανικό θα ήταν να τα κάνεις όλα αυτά μαζί. Και να κρατάς την ψυχραιμία σου προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταλάβεις ποια είναι τα ισχυρά όπλα του γείτονα και ποιες οι αδυναμίες του, ώστε να μπορέσεις να τον αντιμετωπίσεις αποτελεσματικά. Υπάρχει βεβαίως και η ενστικτώδης αντίδραση, να ξεκινήσεις δηλαδή μαζί του έναν καβγά – και όπου βγει.

Η ένταση στις σχέσεις μας με τη γειτονική Τουρκία κλιμακώνεται επικίνδυνα και μεγαλώνει η πιθανότητα ενός θερμού επεισοδίου στη θάλασσα ή στον αέρα, που θα είχε θύματα. Πόσα, θα εξαρτιόταν από τη διάρκεια και προφανώς τη γρήγορη ή όχι επέμβαση συμμάχων και άλλων. Θα είχε επίσης σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην οικονομία των δύο χωρών, και όχι μόνο. Αυτό άραγε επιδιώκει ο πρόεδρος της Τουρκίας με στόχο να μας σύρει έτσι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ελπίζοντας ότι ο ίδιος θα είναι από θέση ισχύος; Δεν μπορεί όμως να μη σκέφτεται το ενδεχόμενο κόστος για τον ίδιο και την τουρκική οικονομία που είναι το ευαίσθητο σημείο του.

Γιατί ριψοκίνδυνος είναι –το έχει αποδείξει– αλλά σίγουρα όχι αφελής. Ή μήπως έχουμε εμπλακεί και οι δύο χώρες σε έναν φαύλο κύκλο από τον οποίο δυσκολευόμαστε να ξεφύγουμε; Δεν έχει μόνον ο Ερντογάν το μονοπώλιο ενεργειών που τείνουν να προκαλούν την απέναντι πλευρά, αλλά σίγουρα το κάνει με πολύ πιο επιθετικό και προκλητικό τρόπο.

Επιδέξιοι χειρισμοί

Στις σημερινές συνθήκες, η απόσταση που χωρίζει την αυτοσυγκράτηση με στόχο τη διατήρηση της ειρήνης από την υποχωρητικότητα που μπορεί να διαβάσει λάθος η απέναντι πλευρά και συνάμα να καταγγείλουν με πάθος οι δικοί μας κατ’ επάγγελμα πατριώτες είναι στενόχωρα μικρή. Είναι σαν το πέρασμα από τις Συμπληγάδες και θα χρειαστούν εξαιρετικά επιδέξιοι χειρισμοί σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα.

Εχουμε διμερείς διαφορές με την Τουρκία. Εμείς λέμε ότι αφορούν μόνον την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Το διεθνές δίκαιο είναι σημαντικό όπλο στα χέρια μας αλλά δεν λύνει όλα τα προβλήματα, κυρίως όταν τα δικαιώματα δύο απέναντι χωρών αλληλοεπικαλύπτονται. Οι γείτονες όμως βάζουν περισσότερα θέματα στο τραπέζι, όπως χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκανήσων, τώρα πλέον και τις λεγόμενες γκρίζες ζώνες. Μερικά τουλάχιστον από αυτά φαίνεται να τα έχουν βάλει για να τα αποσύρουν μετά, ζητώντας ανταλλάγματα.

Δεν βλέπω άλλη ειρηνική επιλογή εκτός από τον διάλογο, τη διαπραγμάτευση και στο τέλος του δρόμου τη διεθνή διαιτησία για την επίλυση των διαφορών μας με την Τουρκία. Οσοι έχουν αντίρρηση, επειδή λένε ότι δεν έχουμε απολύτως τίποτα να δώσουμε ή έχουν απλώς πειστεί ότι η Τουρκία είναι ένας μη αξιόπιστος συνομιλητής που ζητάει κάθε μέρα και περισσότερα, απορρίπτοντας τον διάλογο θα πρέπει να ετοιμαστούν για πόλεμο. Και να το πουν ανοικτά για να το καταλάβουμε όλοι μας. Σίγουρα δεν πρόκειται να μας λύσει κανένας άλλος το πρόβλημα, ούτε καμιά υπερδύναμη ούτε και οι ουράνιες δυνάμεις.

Ευρύτερη συναίνεση

Η Τουρκία επισήμως επιδιώκει διμερείς διαπραγματεύσεις και δεν αποκλείει τη διεθνή διαιτησία, αν και δεν είναι πάντα σαφής. Ας τη δοκιμάσουμε παίρνοντας εμείς την πρωτοβουλία, αφού όμως προετοιμάσουμε το έδαφος στο εσωτερικό της χώρας. Θα χρειαστεί μια ευρύτερη συναίνεση που μπορεί τελικά να αποδειχτεί πιο δύσκολη εντός των κομμάτων παρά σε επίπεδο ηγεσίας. Εχουμε και μια κοινή γνώμη που χρόνια της λέμε ότι έχουμε δίκιο στα πάντα. Ο διάλογος με τους απέναντι προϋποθέτει έναν ειλικρινή διάλογο εντός.

Προφανώς θα επιδιώξει η Τουρκία να επιβάλει τη δική της ατζέντα, όπως άλλωστε και εμείς τη δική μας. Δεν πρέπει να υποτιμάμε τις δυνάμεις μας, αλλά ούτε και του γείτονα. Δεν υπάρχει πάντως καμιά αμφιβολία ότι, αν προχωρήσουμε, θα είναι μια μάλλον μακρόχρονη διαδικασία που θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε έναν δύσκολο συμβιβασμό. Σίγουρα όμως δεν θα είναι δύσκολος μόνο για μας. Αλλά θα είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσει να γίνει τελικά αποδεκτός ο συμβιβασμός και από τις δύο πλευρές.

Δυσκολεύομαι να βρω τη συνέπεια στο επιχείρημα που προβάλλουν αρκετοί συμπατριώτες μας λέγοντας ότι η Ελλάδα έχει το δίκαιο με το μέρος της, αλλά αρνούνται ταυτόχρονα τη διεθνή διαιτησία γιατί φοβούνται, λένε, ότι δεν θα πάρουμε τελικά όλα όσα δικαιούμαστε. Εννοούν προφανώς δικαιώματα που είτε θα παραμένουν θεωρητικά είτε θα προσπαθήσουμε εμείς να τα επιβάλουμε κάποτε διά της βίας. Χάσαμε ευκαιρίες στο παρελθόν να κλείσουμε τις διμερείς εκκρεμότητες με την Τουρκία όταν η συγκυρία ήταν πολύ πιο ευνοϊκή για μας, επειδή φοβήθηκαν αυτοί που ήταν τότε στην εξουσία το πολιτικό κόστος που θα συνεπαγόταν ένας συμβιβασμός.

Αλλά η καθυστέρηση συνεπάγεται και αυτή τεράστιο κόστος για όλη τη χώρα, που συνεχίζουμε να το επωμιζόμαστε, ενώ ο χρόνος σίγουρα δεν λειτουργεί υπέρ ημών.

Χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις για να περάσουμε τις Συμπληγάδες. Θα χρειαστεί επίσης αμοιβαία ενημέρωση και καλύτερος συντονισμός μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας. Γιατί λειτουργούμε σαν συγκοινωνούντα δοχεία και η περίφημη συναντίληψη παραμένει συχνά ζητούμενο.

_____________________________________
Ο κ. Λουκάς Τσούκαλης είναι καθηγητής στη Σχολή Διεθνών Υποθέσεων στο Sciences Po στο Παρίσι και πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *