Τo Ελσίνκι του Σημίτη, το κόστος της εγκατάλειψής του

Ιefimerida.gr
8 Απριλίου 2021

Ο χρόνος, όπως έχει αποδειχθεί, συντίθεται από επιτυχίες και αποτυχίες. Η ροή των γεγονότων δεν είναι πάντα γραμμική. Άλλοτε υπάρχει πρόοδος και γίνονται σημαντικά βήματα προς τα εμπρός, διευρύνοντας την ισχύ και την παρουσία σου. Και άλλοτε κυριαρχεί η οπισθοδρόμηση, απομειώνοντας τη δύναμη και τον ρόλο σου.

Στην πρώτη περίπτωση επικρατούν οι δημιουργικές πρωτοβουλίες, διασφαλίζοντας ευοίωνες προοπτικές. Απεναντίας στη δεύτερη, κερδίζουν έδαφος η στασιμότητα και η παραλυτική αδράνεια.

Τις αυτονόητες αυτές παραδοχές ανέδειξε για άλλη μια φορά ο Κώστας Σημίτης, με κείμενό του στο βιβλίο «Η στρατηγική του Ελσίνκι, 20+1 χρόνια μετά». Τμήμα της εύστοχης αυτής παρέμβασης με τίτλο «Το Ελσίνκι μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε», προδημοσίευσε η εφημερίδα Τα Νέα.

Ο πρώην πρωθυπουργός σ’ όλη τη διάρκεια της πολύχρονης πολιτικής του διαδρομής έχει αποδείξει ότι νους και καρδιά δεν χωρίζονται, όπως πολλοί πιστεύουν, με σινικά τείχη.

Ο πραγματισμός δεν συνεπάγεται υποταγή σε μια άγονη και αδιέξοδη κατάσταση. Κάτι τέτοιο οδηγεί σε ακινησία και εντέλει σε απώλειες. Αντιθέτως συνιστά προωθητική πράξη για να γίνεις τολμηρά σύγχρονος. Έτσι αξιοποιείς τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες που προσφέρονται. Και το κυριότερο, υπερβαίνεις τις αγκυλώσεις και τις εμμονές του παρελθόντος, καθώς και τα φοβικά σύνδρομα.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον διατηρείς μια αυθεντική σχέση με τη ζώσα πραγματικότητα. Αναζητάς τους τρόπους παρέμβασής σου στις διεργασίες που συντελούνται. Μπορείς και θεμελιώνεις μια εύστοχη και αποτελεσματική στρατηγική προκειμένου να πετύχεις τους στόχους σου.

Την πορεία αυτή ακολούθησε ο Κώστας Σημίτης, κατακτώντας την πολυσήμαντη συμφωνία του Ελσίνκι, τον Δεκέμβρη του 1999. Τα απρόσμενα αποτελέσματά της απέδειξαν ότι, όταν έχεις συγκεκριμένο σχέδιο, υιοθετείς την κατάλληλη μέθοδο, ενισχύεις τη θέση σου, αποκτάς λόγο και ρόλο, γίνεσαι συνδιαμορφωτής των εξελίξεων.

Το Ελσίνκι αποτέλεσε κορυφαία τομή στην εξωτερική πολιτική της χώρας και ολόκληρου του Ελληνισμού. Οι προοπτικές που διάνοιξε άφηναν πίσω την ακινησία και το τέλμα. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό έμπαιναν για πρώτη φορά κάτω από την ομπρέλα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αποφασιστική επιμονή του τότε πρωθυπουργού ότι δεν θα συναινέσει να αναγνωριστεί η Τουρκία ως υποψήφια προς ένταξη χώρα, αν δεν αντιμετωπιστεί θετικά και η υποψηφιότητα της Κύπρου, ήταν καταλυτική.

Οι υποδειγματικοί χειρισμοί δεν απέδωσαν μόνο τα αναμενόμενα. Πέτυχαν και κάτι που έμοιαζε ανέφιχτο. Έπεισαν τους εταίρους μας να αποσυνδέσουν την ένταξη της Κύπρου από την επίλυση του Κυπριακού. Ταυτόχρονα, ομόφωνα οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλούσαν την Τουρκία να επιλύσει τις διαφορές της με την Ελλάδα, με βάση τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου. Και σε περίπτωση ασυμφωνίας υποδείκνυαν την οδό της προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης. Μάλιστα, έθεταν χρονικό ορίζοντα το τέλος του 2014.

Μια δημιουργική στρατηγική απέκτησε πρακτικό αντίκρισμα. Το αποτύπωμά της εγγράφεται στην ιστορική απόφαση να ενταχθεί η Κύπρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και στην ανατοποθέτηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων ως ευρωτουρκικών. Τα κεκτημένα της συμφωνίας του Ελσίνκι προσέδωσαν στη χώρα μας ισχύ και αξία. Παράλληλα, ανάγκασαν την Τουρκία να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική της.

Μολονότι αποτέλεσαν την απαρχή για ένα ουσιαστικό αναπροσανατολισμό της εξωτερικής μας πολιτικής, εντούτοις η μετέπειτα κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή επέλεξε τον δρόμο της αναδίπλωσης. Δέσμια αναχρονιστικών αντιλήψεων, αντιστρατεύτηκε τις δυνατότητες που μας προσέφερε το Ελσίνκι. Με την εγκατάλειψή του, επέτρεψε στην Τουρκία να μεταφέρει ξανά στο διμερές επίπεδο τις διαφορές της με τη χώρα μας.

Οι απαίδευτοι χειρισμοί της νεοκαραμανλικής περιόδου αποδείχθηκαν και επιζήμιοι. Με τη στασιμότητα και την αδράνεια το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι η συσσώρευση αδιεξόδων. Και το χειρότερο, επιτρέπουμε σ’ ένα δύσκολο και απρόβλεπτο γείτονά μας να δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα.

Ο Κώστας Σημίτης ενσάρκωσε μια δημιουργική και φωτεινή στρατηγική, η οποία πήγε την Ελλάδα μπροστά. Στην πρωθυπουργία του προσμετράται και η επιτυχία του στο Ελσίνκι χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις.

Το ερώτημα που σήμερα τίθεται είναι: Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη υπερβαίνοντας ιδεολογήματα και στρατηγήματα της συντηρητικής παράταξης επιδιώκει ένα νέο Ελσίνκι απολύτως προσαρμοσμένο στα τωρινά δεδομένα;

Αναμφίβολα, οι συνθήκες είναι διαφορετικές, όπως διαφορετική είναι και η Τουρκία του 2021. Προφανώς, μένοντας στην ίδια γειτονιά εύλογο είναι να επιδιώκουμε αρμονικές σχέσεις με τους διπλανούς μας, αφήνοντας στην άκρη επιφυλάξεις και καχυποψίες, ψυχώσεις και εχθροπάθειες. Το απέδειξε πρώτος ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε μια μάλιστα ζοφερή εποχή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *